περιστρωφάομαι: Difference between revisions
From LSJ
Ἰσχυρότερον δέ γ' οὐδέν ἐστι τοῦ λόγου → Oratione nulla vis superior → Nichts ist gewiss gewaltiger als die Vernunft | Nichts ist gewiss gewalt'ger als der Rede Kraft
(3b) |
(1ba) |
||
Line 10: | Line 10: | ||
{{elru | {{elru | ||
|elrutext='''περιστρωφάομαι:''' [frequ. к περιστρέφομαι] обходить кругом (πάντα τὰ χρηστήρια Her.). | |elrutext='''περιστρωφάομαι:''' [frequ. к περιστρέφομαι] обходить кругом (πάντα τὰ χρηστήρια Her.). | ||
}} | |||
{{mdlsj | |||
|mdlsjtxt=[Frequentat. of περιστρέφομαι]<br />περιστρωφώμενος πάντα τὰ χρηστήρια [[going]] [[round]] to all the oracles, Hdt. | |||
}} | }} |
Revision as of 05:30, 10 January 2019
Greek (Liddell-Scott)
περιστρωφάομαι: θαμιστ. τοῦ περιστρέφομαι, περιστρωφώμενος πάντα τὰ χρηστήρια, περιερχόμενος πάντα τὰ μαντεῖα, Ἡρόδ. 8. 135· περιστρωφῶντο δ’ ὀπωπαὶ Κόϊντ. Σμ. 12. 404.
French (Bailly abrégé)
-ῶμαι;
parcourir, acc..
Étymologie: περιστροφή.
Greek Monotonic
περιστρωφάομαι: θαμιστικό του περιστρέφομαι, περιστρωφώμενος πάντα τὰ χρηστήρια, τριγύρω σε όλα τα μαντεία, σε Ηρόδ.
Russian (Dvoretsky)
περιστρωφάομαι: [frequ. к περιστρέφομαι] обходить кругом (πάντα τὰ χρηστήρια Her.).
Middle Liddell
[Frequentat. of περιστρέφομαι]
περιστρωφώμενος πάντα τὰ χρηστήρια going round to all the oracles, Hdt.