φυματικός: Difference between revisions
From LSJ
Aeschylus, fr. 317
(45) |
m (Text replacement - "<i>ο [[" to "ο [[") |
||
Line 1: | Line 1: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=-ή, -ό, Ν<br /><b>1.</b> αυτός που αναφέρεται στα φυμάτια<br /><b>2.</b> <b>το αρσ. και θηλ. ως ουσ.</b | |mltxt=-ή, -ό, Ν<br /><b>1.</b> αυτός που αναφέρεται στα φυμάτια<br /><b>2.</b> <b>το αρσ. και θηλ. ως ουσ.</b> ο [[φυματικός]], <i>η φυματική</i><br />(<b>για πρόσ.</b>) αυτός που πάσχει από [[φυματίωση]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[φύμα]], <i>φύματος</i>. Η λ. μαρτυρείται από το 1888 στην [[εφημερίδα]] <i>Ακρόπολις</i>]. | ||
}} | }} |