αρμυρός: Difference between revisions

From LSJ

ἐπέμψατε ἀγγέλους τοῖς ἀλλήλοις ὥστε ἔγνωτε τὸν κίνδυνον → you sent messengers to one another so that you knew the danger

Source
m (Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ.")
m (Text replacement - ">" to ">")
 
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=ο<br />ο [[αλμυρός]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[αλμυρός]], με φωνητική [[τροπή]] του -<i>λ</i>- προ συμφώνου σε -<i>ρ</i>- (πρβλ. [[άλμη]] &GT; [[άρμη]], [[ελπίδα]] &GT; <i>ερπίδα</i>, [[αδελφός]], &GT; <i>αδερφός</i>)].
|mltxt=ο<br />ο [[αλμυρός]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[αλμυρός]], με φωνητική [[τροπή]] του -<i>λ</i>- προ συμφώνου σε -<i>ρ</i>- (πρβλ. [[άλμη]] > [[άρμη]], [[ελπίδα]] > <i>ερπίδα</i>, [[αδελφός]], > <i>αδερφός</i>)].
}}
}}

Latest revision as of 15:11, 15 January 2019

Greek Monolingual

ο
ο αλμυρός.
[ΕΤΥΜΟΛ. < αλμυρός, με φωνητική τροπή του -λ- προ συμφώνου σε -ρ- (πρβλ. άλμη > άρμη, ελπίδα > ερπίδα, αδελφός, > αδερφός)].