σκοτεινότητα: Difference between revisions

From LSJ

τοῦ θανόντος ἡ Δίκη πράσσει κότον → Justice seeks the grievance for the dead, Justice doth exact the dead man's due

Source
(37)
 
m (Text replacement - "τοῡ" to "τοῦ")
 
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=η / [[σκοτεινότης]], -ητος, ΝΑ [[σκοτεινός]]<br /><b>1.</b> η [[ιδιότητα]] του σκοτεινού, [[σκοτεινιά]], [[σκοτεινάδα]]<br /><b>2.</b> <b>μτφ.</b> [[έλλειψη]] σαφήνειας, [[ασάφεια]] (α. «[[σκοτεινότητα]] ύφους» β. «ὁ μὲν ἀποδιδράσκων εἰς τὴν τοῡ μὴ ὄντος [[σκοτεινότητα]]», <b>Πλάτ.</b>).
|mltxt=η / [[σκοτεινότης]], -ητος, ΝΑ [[σκοτεινός]]<br /><b>1.</b> η [[ιδιότητα]] του σκοτεινού, [[σκοτεινιά]], [[σκοτεινάδα]]<br /><b>2.</b> <b>μτφ.</b> [[έλλειψη]] σαφήνειας, [[ασάφεια]] (α. «[[σκοτεινότητα]] ύφους» β. «ὁ μὲν ἀποδιδράσκων εἰς τὴν τοῦ μὴ ὄντος [[σκοτεινότητα]]», <b>Πλάτ.</b>).
}}
}}

Latest revision as of 13:05, 15 February 2019

Greek Monolingual

η / σκοτεινότης, -ητος, ΝΑ σκοτεινός
1. η ιδιότητα του σκοτεινού, σκοτεινιά, σκοτεινάδα
2. μτφ. έλλειψη σαφήνειας, ασάφεια (α. «σκοτεινότητα ύφους» β. «ὁ μὲν ἀποδιδράσκων εἰς τὴν τοῦ μὴ ὄντος σκοτεινότητα», Πλάτ.).