ασάφεια

From LSJ

μεγάλα ὠφελήσεσθε πρὸς ἱστορίαν τῶν κοινῶν → that will be of great benefit to you in order to understand public affairs

Source

Greek Monolingual

η (AM ἀσάφεια, Α και -φία και -φίη) ασαφής
η έλλειψη σαφήνειας.