подтверждать: Difference between revisions
From LSJ
(5) |
(No difference)
|
Revision as of 16:45, 13 October 2019
Russian > Greek
συνεπιμαρτυρέω, φημί, ἐπινεύω, ἐπαληθεύω, προσαυξάνω, προσμαρτυρέω, συμπιστόομαι, συναποφαίνομαι, μαρτυρέω, συναγορεύω, ὑπερείδω, βεβαιόω, συνεπινεύω, κατάφημι