исчислять: Difference between revisions
From LSJ
ὁ γοῦν Ἀνάγυρός μοι κεκινῆσθαι δοκεῖ → did somebody fart, seems to me the Anagyros has been stirred up, I knew someone was raising a stink, the fat is in the fire
(3) |
(DvTab) |
||
Line 1: | Line 1: | ||
{{ruel | {{ruel | ||
|rueltext=[[ἐξαριθμέω]], [[ἀριθμέω]], [[ἐκλογίζομαι]], [[ἀναλέγω]], [[ἀλλέγω]], [[ἀπολογίζομαι]], [[καταλογίζομαι]], [[συγκαταλέγω]], [[συμμετρέομαι]], [[παραριθμέω]], [[ψηφίζω]], [[πεμπάζω]] | |rueltext=[[ὑπολογίζομαι]], [[λογίζομαι]], [[ἐξαριθμέω]], [[ἀριθμέω]], [[ἐκλογίζομαι]], [[ἀναλέγω]], [[ἀλλέγω]], [[ἀπολογίζομαι]], [[καταλογίζομαι]], [[συγκαταλέγω]], [[συμμετρέομαι]], [[παραριθμέω]], [[ψηφίζω]], [[πεμπάζω]] | ||
}} | }} |
Latest revision as of 07:45, 15 October 2019
Russian > Greek
ὑπολογίζομαι, λογίζομαι, ἐξαριθμέω, ἀριθμέω, ἐκλογίζομαι, ἀναλέγω, ἀλλέγω, ἀπολογίζομαι, καταλογίζομαι, συγκαταλέγω, συμμετρέομαι, παραριθμέω, ψηφίζω, πεμπάζω