αμαξιά: Difference between revisions

From LSJ

οὐ γὰρ πράξιν ἀγαθὴν, ἀλλὰ καὶ εὖ ποεῖν αὐτὴν → it does not suffice to do good–one must do it well

Source
(3)
 
m (Text replacement - "ΕΤΥΜΟΛ." to "ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ")
 
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=η<br /><b>1.</b> [[φορτίο]] που χωράει ή μεταφέρεται σε μία μόνο [[άμαξα]]<br /><b>2.</b> [[διαδρομή]] φορτηγού αμαξιού από τον [[τόπο]] φόρτωσης [[μέχρι]] τον [[τόπο]] εκφόρτωσης.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[αμάξι]] <span style="color: red;">+</span> παραγ. κατάλ. <i>–ιά</i>].
|mltxt=η<br /><b>1.</b> [[φορτίο]] που χωράει ή μεταφέρεται σε μία μόνο [[άμαξα]]<br /><b>2.</b> [[διαδρομή]] φορτηγού αμαξιού από τον [[τόπο]] φόρτωσης [[μέχρι]] τον [[τόπο]] εκφόρτωσης.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[αμάξι]] <span style="color: red;">+</span> παραγ. κατάλ. <i>–ιά</i>].
}}
}}

Latest revision as of 23:30, 29 December 2020

Greek Monolingual

η
1. φορτίο που χωράει ή μεταφέρεται σε μία μόνο άμαξα
2. διαδρομή φορτηγού αμαξιού από τον τόπο φόρτωσης μέχρι τον τόπο εκφόρτωσης.
[ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ < αμάξι + παραγ. κατάλ. –ιά].