λιθογραφία: Difference between revisions

From LSJ

σταγόνες ὕδατος πέτρας κοιλαίνουσιν → constant dropping wears away a stone, constant dripping will wear away the hardest stone, little strokes fell big oaks, constant dripping wears the stone, constant dropping wears the stone, constant dripping will wear away a stone

Source
(23)
 
mNo edit summary
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=η<br /><b>1.</b> η [[τέχνη]] της εκτύπωσης εικόνων ή κειμένων που έχουν [[προηγουμένως]] σχεδιαστεί με λιπαρή [[ουσία]] στην [[επιφάνεια]] ασβεστολιθικής πλάκας<br /><b>2.</b> το [[λιθογράφημα]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Αντιδάνεια λ., <b>[[πρβλ]].</b> γαλλ. <i>lithographie</i> <span style="color: red;"><</span> <i>lith</i>(<i>o</i>)- (<b>βλ.</b> <i>λιθ</i>[[ο</i>-]) <span style="color: red;">+</span> -<i>graphie</i> (<span style="color: red;"><</span> -[[γραφία]] <span style="color: red;"><</span> -[[γράφος]] <span style="color: red;"><</span> -[[γράφω]]). Η λ. μαρτυρείται από το 1817, στον <i>Φιλολογικό Τηλέγραφο</i>, φιλολογικό [[παράρτημα]] της εφημερίδας <i>Ελληνικός Τηλέγραφος]].
|mltxt=η<br /><b>1.</b> η [[τέχνη]] της εκτύπωσης εικόνων ή κειμένων που έχουν [[προηγουμένως]] σχεδιαστεί με λιπαρή [[ουσία]] στην [[επιφάνεια]] ασβεστολιθικής πλάκας<br /><b>2.</b> το [[λιθογράφημα]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Αντιδάνεια λ., <b>[[πρβλ]].</b> γαλλ. [[lithographie]] <span style="color: red;"><</span> <i>lith</i>(<i>o</i>)- (<b>βλ.</b> λιθο-) <span style="color: red;">+</span> -graphie (<span style="color: red;"><</span> -[[γραφία]] <span style="color: red;"><</span> -[[γράφος]] <span style="color: red;"><</span> -[[γράφω]]). Η λ. μαρτυρείται από το 1817, στον <i>Φιλολογικό Τηλέγραφο</i>, φιλολογικό [[παράρτημα]] της εφημερίδας <i>Ελληνικός Τηλέγραφος]].
}}
}}

Revision as of 09:56, 2 January 2021

Greek Monolingual

η
1. η τέχνη της εκτύπωσης εικόνων ή κειμένων που έχουν προηγουμένως σχεδιαστεί με λιπαρή ουσία στην επιφάνεια ασβεστολιθικής πλάκας
2. το λιθογράφημα.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. γαλλ. lithographie < lith(o)- (βλ. λιθο-) + -graphie (< -γραφία < -γράφος < -γράφω). Η λ. μαρτυρείται από το 1817, στον Φιλολογικό Τηλέγραφο, φιλολογικό παράρτημα της εφημερίδας Ελληνικός Τηλέγραφος]].