κεάνωθος: Difference between revisions

From LSJ

ψευδόμενος οὐδεὶς λανθάνει πολὺν χρόνον → nobody lies for a long time without being discovered

Source
(b)
 
m (LSJ2 replacement)
 
(2 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 1: Line 1:
{{LSJ2
|Full diacritics=κεάνωθος
|Medium diacritics=κεάνωθος
|Low diacritics=κεάνωθος
|Capitals=ΚΕΑΝΩΘΟΣ
|Transliteration A=keánōthos
|Transliteration B=keanōthos
|Transliteration C=keanothos
|Beta Code=kea/nwqos
|Definition=v. [[κεάνωνος]].
}}
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-1410.png Seite 1410]] ὁ, eine Distelart, Theophr.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-1410.png Seite 1410]] ὁ, eine Distelart, Theophr.
}}
{{ls
|lstext='''κεάνωθος''': ὁ, [[εἶδος]] ἀκάνθης, Θεοφρ. π. Φυτ. Ἱστ. 4. 10, 6.
}}
{{grml
|mltxt=ο (Α [[κεάνωθος]] και [[κεάνωνος]])<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>βοτ.</b> [[γένος]] αγγειόσπερμων δικότυλων [[φυτών]] της οικογένειας [[ραμνίδες]]<br /><b>αρχ.</b><br /><b>πιθ.</b> [[είδος]] αγκαθιού.
}}
}}

Latest revision as of 10:36, 31 January 2021

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: κεάνωθος Medium diacritics: κεάνωθος Low diacritics: κεάνωθος Capitals: ΚΕΑΝΩΘΟΣ
Transliteration A: keánōthos Transliteration B: keanōthos Transliteration C: keanothos Beta Code: kea/nwqos

English (LSJ)

v. κεάνωνος.

German (Pape)

[Seite 1410] ὁ, eine Distelart, Theophr.

Greek (Liddell-Scott)

κεάνωθος: ὁ, εἶδος ἀκάνθης, Θεοφρ. π. Φυτ. Ἱστ. 4. 10, 6.

Greek Monolingual

ο (Α κεάνωθος και κεάνωνος)
νεοελλ.
βοτ. γένος αγγειόσπερμων δικότυλων φυτών της οικογένειας ραμνίδες
αρχ.
πιθ. είδος αγκαθιού.