Σαρδιανικός: Difference between revisions

From LSJ

αὐτόματοι δ' ἀγαθοὶ ἀγαθῶν ἐπὶ δαῖτας ἴασιautomatically do the noble go to the feasts of the noble

Source
(4)
m (LSJ2 replacement)
Line 1: Line 1:
{{LSJ2
|Full diacritics=Σαρδιανικός
|Medium diacritics=Σαρδιανικός
|Low diacritics=Σαρδιανικός
|Capitals=ΣΑΡΔΙΑΝΙΚΟΣ
|Transliteration A=Sardianikós
|Transliteration B=Sardianikos
|Transliteration C=Sardianikos
|Beta Code=*sardianiko/s
|Definition=ή, όν, [[of Sardes]].
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=-ή, -όν, Α [[Σαρδιανός]]<br />αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στον Σαρδιανό ή στις [[Σάρδεις]] («ἵνα μή σε βάψω [[βάμμα]] Σαρδιανικόν», <b>Αριστοφ.</b>).
|mltxt=-ή, -όν, Α [[Σαρδιανός]]<br />αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στον Σαρδιανό ή στις [[Σάρδεις]] («ἵνα μή σε βάψω [[βάμμα]] Σαρδιανικόν», <b>Αριστοφ.</b>).

Revision as of 10:44, 31 January 2021

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: Σαρδιανικός Medium diacritics: Σαρδιανικός Low diacritics: Σαρδιανικός Capitals: ΣΑΡΔΙΑΝΙΚΟΣ
Transliteration A: Sardianikós Transliteration B: Sardianikos Transliteration C: Sardianikos Beta Code: *sardianiko/s

English (LSJ)

ή, όν, of Sardes.

Greek Monolingual

-ή, -όν, Α Σαρδιανός
αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στον Σαρδιανό ή στις Σάρδεις («ἵνα μή σε βάψω βάμμα Σαρδιανικόν», Αριστοφ.).

Russian (Dvoretsky)

Σαρδιᾱνικός: сардский Arph.