ευρυχαδής: Difference between revisions

From LSJ

ἔκβαλε πρῶτον ἐκ τοῦ ὀφθαλμοῦ σοῦ τὴν δοκόν, καὶ τότε διαβλέψεις ἐκβαλεῖν τὸ κάρφος ἐκ τοῦ ὀφθαλμοῦ τοῦ ἀδελφοῦ σου → first take the plank out of your own eye, and then you will see clearly to remove the speck from your brother's eye

Source
(15)
 
m (Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ.")
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[εὐρυχαδής]], -ές (Α)<br />(για [[ποτήρι]]) με πλατύ [[στόμιο]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ευρυ</i>- <span style="color: red;">+</span> -<i>χαδής</i> <span style="color: red;"><</span> θ. <i>χαδ</i>- (<b>[[πρβλ]].</b> <i>έχαδ</i>-<i>ον</i>) του [[χανδάνω]] «[[περιλαμβάνω]], [[περιέχω]]» (<b>[[πρβλ]].</b> <i>εγ</i>-<i>χαδής</i>)].
|mltxt=[[εὐρυχαδής]], -ές (Α)<br />(για [[ποτήρι]]) με πλατύ [[στόμιο]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ευρυ</i>- <span style="color: red;">+</span> -<i>χαδής</i> <span style="color: red;"><</span> θ. <i>χαδ</i>- ([[πρβλ]]. <i>έχαδ</i>-<i>ον</i>) του [[χανδάνω]] «[[περιλαμβάνω]], [[περιέχω]]» ([[πρβλ]]. <i>εγ</i>-<i>χαδής</i>)].
}}
}}

Revision as of 09:00, 23 August 2021

Greek Monolingual

εὐρυχαδής, -ές (Α)
(για ποτήρι) με πλατύ στόμιο.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ευρυ- + -χαδής < θ. χαδ- (πρβλ. έχαδ-ον) του χανδάνω «περιλαμβάνω, περιέχω» (πρβλ. εγ-χαδής)].