ζῳοπλάστης: Difference between revisions

From LSJ

ἐὰν ᾖς φιλομαθής, ἔσει πολυμαθής → if you are studious, you will become learned

Source
m (Text replacement - "   <span class="bld">" to "<span class="bld">")
m (Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ.")
Line 14: Line 14:
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=[[ζωοπλάστης]], ό (Α)<br /><b>1.</b> [[δημιουργός]]<br /><b>2.</b> αυτός που πλάθει εικόνες, παραστάσεις γλυπτές με ζώα, [[γλύπτης]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ζω</i>(<i>ο</i>)- (ΙΙ) <span style="color: red;">+</span> -[[πλάστης]] (<span style="color: red;"><</span> [[πλάσσω]]), <b>[[πρβλ]].</b> <i>αγγειο</i>-[[πλάστης]], <i>χαλκο</i>-[[πλάστης]].
|mltxt=[[ζωοπλάστης]], ό (Α)<br /><b>1.</b> [[δημιουργός]]<br /><b>2.</b> αυτός που πλάθει εικόνες, παραστάσεις γλυπτές με ζώα, [[γλύπτης]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ζω</i>(<i>ο</i>)- (ΙΙ) <span style="color: red;">+</span> -[[πλάστης]] (<span style="color: red;"><</span> [[πλάσσω]]), [[πρβλ]]. <i>αγγειο</i>-[[πλάστης]], <i>χαλκο</i>-[[πλάστης]].
}}
}}

Revision as of 09:15, 23 August 2021

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ζῳοπλάστης Medium diacritics: ζῳοπλάστης Low diacritics: ζωοπλάστης Capitals: ΖΩΟΠΛΑΣΤΗΣ
Transliteration A: zōioplástēs Transliteration B: zōoplastēs Transliteration C: zooplastis Beta Code: zw|opla/sths

English (LSJ)

ου, ὁ, A the Creator, ib.184. II a moulder of creatures, sculptor, etc., Id.2.211.

German (Pape)

[Seite 1144] ὁ, Thierbildner, -schöpfer, Philo.

Greek Monolingual

ζωοπλάστης, ό (Α)
1. δημιουργός
2. αυτός που πλάθει εικόνες, παραστάσεις γλυπτές με ζώα, γλύπτης.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ζω(ο)- (ΙΙ) + -πλάστης (< πλάσσω), πρβλ. αγγειο-πλάστης, χαλκο-πλάστης.