ιππόστασις: Difference between revisions

From LSJ

ἀπορράπτειν τὸ Φιλίππου στόμα ὁλοσχοίνῳ ἀβρόχῳ → sew up Philip's mouth with an unsoaked rush, stop Philip's mouth with an unsoaked rush, shut one's mouth without any trouble

Source
(18)
 
m (Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ.")
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[ἱππόστασις]], ἡ (Α)<br /><b>1.</b> [[ιπποστάσιο]]<br /><b>2.</b> <b>φρ.</b> α) «Ἀελίου κνεφαία ίππόστασις» — ο [[σκοτεινός]] [[στάβλος]] του Ηλίου, [[δηλαδή]] η [[δύση]], <b>Ευρ.</b><br />β) «Ἕω φαεννὰς Ἡλίου θ' ἱπποστάσεις» — ο [[φωτεινός]] [[στάβλος]] τών αλόγων του Ηλίου, [[δηλαδή]] η [[ανατολή]], (<b>Ευρ.</b>).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ἱππ</i>(<i>ο</i>)- <span style="color: red;">+</span> -<i>στασις</i> (<span style="color: red;"><</span> [[στάσις]] <span style="color: red;"><</span> [[ἵστημι]]), <b>[[πρβλ]].</b> <i>αιγό</i>-<i>στασις</i>, <i>βού</i>-<i>στασις</i>].
|mltxt=[[ἱππόστασις]], ἡ (Α)<br /><b>1.</b> [[ιπποστάσιο]]<br /><b>2.</b> <b>φρ.</b> α) «Ἀελίου κνεφαία ίππόστασις» — ο [[σκοτεινός]] [[στάβλος]] του Ηλίου, [[δηλαδή]] η [[δύση]], <b>Ευρ.</b><br />β) «Ἕω φαεννὰς Ἡλίου θ' ἱπποστάσεις» — ο [[φωτεινός]] [[στάβλος]] τών αλόγων του Ηλίου, [[δηλαδή]] η [[ανατολή]], (<b>Ευρ.</b>).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ἱππ</i>(<i>ο</i>)- <span style="color: red;">+</span> -<i>στασις</i> (<span style="color: red;"><</span> [[στάσις]] <span style="color: red;"><</span> [[ἵστημι]]), [[πρβλ]]. <i>αιγό</i>-<i>στασις</i>, <i>βού</i>-<i>στασις</i>].
}}
}}

Revision as of 10:03, 23 August 2021

Greek Monolingual

ἱππόστασις, ἡ (Α)
1. ιπποστάσιο
2. φρ. α) «Ἀελίου κνεφαία ίππόστασις» — ο σκοτεινός στάβλος του Ηλίου, δηλαδή η δύση, Ευρ.
β) «Ἕω φαεννὰς Ἡλίου θ' ἱπποστάσεις» — ο φωτεινός στάβλος τών αλόγων του Ηλίου, δηλαδή η ανατολή, (Ευρ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < ἱππ(ο)- + -στασις (< στάσις < ἵστημι), πρβλ. αιγό-στασις, βού-στασις].