μολυντήρι: Difference between revisions

From LSJ
(25)
 
m (Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ.")
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=το<br /><b>ζωολ.</b> [[κοινή]] [[ονομασία]] ενός από τα [[τρία]] γνωστά στην [[Ελλάδα]] είδη γκέκου, μικρόσωμων σαυρών της οικογένειας geckonidae, αλλ. σαμιαμίδι.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[μολύνω]] <span style="color: red;">+</span> [[επίθημα]] -<i>τήρι</i> (<b>[[πρβλ]].</b> <i>κολλητ</i>-<i>ήρι</i>)].
|mltxt=το<br /><b>ζωολ.</b> [[κοινή]] [[ονομασία]] ενός από τα [[τρία]] γνωστά στην [[Ελλάδα]] είδη γκέκου, μικρόσωμων σαυρών της οικογένειας geckonidae, αλλ. σαμιαμίδι.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[μολύνω]] <span style="color: red;">+</span> [[επίθημα]] -<i>τήρι</i> ([[πρβλ]]. <i>κολλητ</i>-<i>ήρι</i>)].
}}
}}

Revision as of 15:25, 23 August 2021

Greek Monolingual

το
ζωολ. κοινή ονομασία ενός από τα τρία γνωστά στην Ελλάδα είδη γκέκου, μικρόσωμων σαυρών της οικογένειας geckonidae, αλλ. σαμιαμίδι.
[ΕΤΥΜΟΛ. < μολύνω + επίθημα -τήρι (πρβλ. κολλητ-ήρι)].