ηπιοδίνητος: Difference between revisions

From LSJ

χρόνος ἐστὶ δάνος, τὸ ζῆν πικρός ἐσθ' ὁ δανίσας → time is a loan, and he who lent you life is a hard creditor | time is on loan and life's lender is a prick

Source
m (Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ.")
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(\[\[πρβλ\]\]\. )(<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>), (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>)" to "πρβλ. $3$5, $8$10")
 
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[ἠπιοδίνητος]], -ον (Α)<br />αυτός που περιστρέφεται ήπια, [[ήσυχα]] («ἠπιοδίνητα βλέφαρα»).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[ήπιος]] <span style="color: red;">+</span> -<i>δίνητος</i> (<span style="color: red;"><</span> [[δινώ]]), [[πρβλ]]. <i>ευ</i>-<i>δίνητος</i>, <i>πολυ</i>-<i>δίνητος</i>].
|mltxt=[[ἠπιοδίνητος]], -ον (Α)<br />αυτός που περιστρέφεται ήπια, [[ήσυχα]] («ἠπιοδίνητα βλέφαρα»).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[ήπιος]] <span style="color: red;">+</span> -<i>δίνητος</i> (<span style="color: red;"><</span> [[δινώ]]), [[πρβλ]]. [[ευδίνητος]], [[πολυδίνητος]]].
}}
}}

Latest revision as of 18:00, 23 August 2021

Greek Monolingual

ἠπιοδίνητος, -ον (Α)
αυτός που περιστρέφεται ήπια, ήσυχα («ἠπιοδίνητα βλέφαρα»).
[ΕΤΥΜΟΛ. < ήπιος + -δίνητος (< δινώ), πρβλ. ευδίνητος, πολυδίνητος].