κλεφτόπουλο: Difference between revisions
From LSJ
κεῖται μὲν γαίῃ φθίμενον δέμας, ἡ δὲ δοθεῖσα ψυχή μοι ναίει δώματ' ἐπουράνια → my body lies mouldering in the ground, but the soul entrusted to me dwells in heavenly abodes
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(\[\[πρβλ\]\]\. )(<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>), (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>)" to "πρβλ. $3$5, $8$10") |
|||
Line 1: | Line 1: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=το, θηλ. κλεφτοπούλα<br />(επί τουρκοκρατίας) [[νεαρός]] [[κλέφτης]] που πολεμούσε [[κάτω]] από τις διαταγές καπετάνιου.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[κλέφτης]] <span style="color: red;">+</span> -<i>πουλο</i> ([[πρβλ]]. | |mltxt=το, θηλ. κλεφτοπούλα<br />(επί τουρκοκρατίας) [[νεαρός]] [[κλέφτης]] που πολεμούσε [[κάτω]] από τις διαταγές καπετάνιου.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[κλέφτης]] <span style="color: red;">+</span> -<i>πουλο</i> ([[πρβλ]]. [[αρχοντόπουλο]], [[βασιλόπουλο]])]. | ||
}} | }} |
Latest revision as of 18:30, 23 August 2021
Greek Monolingual
το, θηλ. κλεφτοπούλα
(επί τουρκοκρατίας) νεαρός κλέφτης που πολεμούσε κάτω από τις διαταγές καπετάνιου.
[ΕΤΥΜΟΛ. < κλέφτης + -πουλο (πρβλ. αρχοντόπουλο, βασιλόπουλο)].