λαχανόχρους: Difference between revisions

From LSJ

ὁ χρόνος ἐστὶ δάνος, τὸ ζῆν πικρός ἐσθ' ὁ δανίσας → time is a loan, and he who lent you life is a hard creditor | time is on loan and life's lender is a prick

Source
m (Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ.")
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(\[\[πρβλ\]\]\. )(<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>), (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>)" to "πρβλ. $3$5, $8$10")
 
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=-ουν<br />[[λαχανής]], λαχανόχρωμος.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[λάχανο]] <span style="color: red;">+</span> -<i>χρους</i> <span style="color: red;"><</span> [[χρώς]] «[[χρώμα]]» ([[πρβλ]]. <i>θαλασσό</i>-<i>χρους</i>, <i>πορφυρό</i>-<i>χρους</i>). Η λ. μαρτυρείται από το 1889 στην [[εφημερίδα]] <i>Ακρόπολις</i>].
|mltxt=-ουν<br />[[λαχανής]], λαχανόχρωμος.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[λάχανο]] <span style="color: red;">+</span> -<i>χρους</i> <span style="color: red;"><</span> [[χρώς]] «[[χρώμα]]» ([[πρβλ]]. [[θαλασσόχρους]], [[πορφυρόχρους]]). Η λ. μαρτυρείται από το 1889 στην [[εφημερίδα]] <i>Ακρόπολις</i>].
}}
}}

Latest revision as of 18:48, 23 August 2021

Greek Monolingual

-ουν
λαχανής, λαχανόχρωμος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < λάχανο + -χρους < χρώς «χρώμα» (πρβλ. θαλασσόχρους, πορφυρόχρους). Η λ. μαρτυρείται από το 1889 στην εφημερίδα Ακρόπολις].