λινοϋφής: Difference between revisions

From LSJ

Ἢ μὴ ποίει τὸ κρυπτὸν ἢ μόνος ποίει → Aut occulendum nil patra, aut solus patra → Tu nichts Verborgnes oder tue es allein

Menander, Monostichoi, 225
m (Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ.")
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(\[\[πρβλ\]\]\. )(<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>), (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>)" to "πρβλ. $3$5, $8$10")
Line 14: Line 14:
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=[[λινοϋφής]], -ές και [[λινόϋφος]], -ον (Α)<br />υφασμένος με ίνες λιναριού.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[λίνον]] <span style="color: red;">+</span> -<i>υφής</i> (<span style="color: red;"><</span> [[ὕφος]]), [[πρβλ]]. <i>ευ</i>-<i>υφής</i>, <i>παρ</i>-<i>υφής</i>].
|mltxt=[[λινοϋφής]], -ές και [[λινόϋφος]], -ον (Α)<br />υφασμένος με ίνες λιναριού.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[λίνον]] <span style="color: red;">+</span> -<i>υφής</i> (<span style="color: red;"><</span> [[ὕφος]]), [[πρβλ]]. [[ευυφής]], [[παρυφής]]].
}}
}}

Revision as of 18:50, 23 August 2021

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: λῐνοϋφής Medium diacritics: λινοϋφής Low diacritics: λινοϋφής Capitals: ΛΙΝΟΫΦΗΣ
Transliteration A: linoüphḗs Transliteration B: linouphēs Transliteration C: linoyfis Beta Code: linou+fh/s

English (LSJ)

[ῠ], ές, A weaving linen, EM558.49:—also λῐνόϋφος, ον, AB302, PGiss.40 ii 27 (iii A. D.), Cat.Cod.Astr.8(4).216, etc.; cf. λίνυφος.

Greek (Liddell-Scott)

λῐνοϋφής: [ῠ], ές, Ἐτυμολ. Μέγ. 558. 49· λῐνόϋφος, ον, Α. Β. 302, ὑφαίνων λινᾶ ὑφάσματα. Ἐν τοῖς Γλωσσ. καὶ οὗτοςτύπος καὶ ὁ τύπος λίνυφος ἀπαντᾷ. ‒ Πρβλ. Δουκάγγ.

Greek Monolingual

λινοϋφής, -ές και λινόϋφος, -ον (Α)
υφασμένος με ίνες λιναριού.
[ΕΤΥΜΟΛ. < λίνον + -υφής (< ὕφος), πρβλ. ευυφής, παρυφής].