ισοδαίτης: Difference between revisions

From LSJ

Μηδέν ποτε κοινοῦ τῇ γυναικὶ χρήσιμον → Utile communicato mulieri nihil → Nie teile etwas Wertvolles mit deiner Frau

Menander, Monostichoi, 361
m (Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ.")
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(\[\[πρβλ\]\]\. )(<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-\[\[)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(\]\]), (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-\[\[)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(\]\])" to "πρβλ. $3$5, $8$10")
 
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[ἰσοδαίτης]], ὁ (Α)<br /><b>1.</b> (επίθ. του Διονύσου και του Πλούτωνος) αυτός που μοιράζει δίκαια, με [[ισότητα]] [[προς]] όλους<br /><b>2.</b> [[ονομασία]] ενός δαίμονα<br /><b>3.</b> αυτός που κόβει σε μερίδες ή μοιράζει το [[κρέας]] στο [[τραπέζι]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ἰσ</i>(<i>ο</i>)- <span style="color: red;">+</span> -[[δαίτης]] (<span style="color: red;"><</span> [[δαίομαι]] «[[διαιρώ]], [[χωρίζω]]»), [[πρβλ]]. <i>αγριο</i>-[[δαίτης]], <i>ξενο</i>-[[δαίτης]]].
|mltxt=[[ἰσοδαίτης]], ὁ (Α)<br /><b>1.</b> (επίθ. του Διονύσου και του Πλούτωνος) αυτός που μοιράζει δίκαια, με [[ισότητα]] [[προς]] όλους<br /><b>2.</b> [[ονομασία]] ενός δαίμονα<br /><b>3.</b> αυτός που κόβει σε μερίδες ή μοιράζει το [[κρέας]] στο [[τραπέζι]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ἰσ</i>(<i>ο</i>)- <span style="color: red;">+</span> -[[δαίτης]] (<span style="color: red;"><</span> [[δαίομαι]] «[[διαιρώ]], [[χωρίζω]]»), [[πρβλ]]. [[αγριοδαίτης]], [[ξενοδαίτης]]].
}}
}}

Latest revision as of 07:35, 24 August 2021

Greek Monolingual

ἰσοδαίτης, ὁ (Α)
1. (επίθ. του Διονύσου και του Πλούτωνος) αυτός που μοιράζει δίκαια, με ισότητα προς όλους
2. ονομασία ενός δαίμονα
3. αυτός που κόβει σε μερίδες ή μοιράζει το κρέας στο τραπέζι.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ἰσ(ο)- + -δαίτης (< δαίομαι «διαιρώ, χωρίζω»), πρβλ. αγριοδαίτης, ξενοδαίτης].