μεταλλομιγής: Difference between revisions

From LSJ

μὴ κακὸν εὖ ἔρξῃς· σπείρειν ἴσον ἔστ' ἐνὶ πόντῳ → do no good to a bad man; it is like sowing in the sea

Source
m (Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ.")
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(\[\[πρβλ\]\]\. )(<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-\[\[)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(\]\])\." to "$3$5.")
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=-ές<br /><b>φρ.</b> «[[μεταλλομιγής]] [[λίθος]]»<br /><b>(ορυκτ.)</b> [[λίθος]] αναμεμιγμένος ή εμποτισμένος με [[μετάλλευμα]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[μέταλλο]] <span style="color: red;">+</span> -[[μιγής]] (<span style="color: red;"><</span> [[μίγνυμι]]), [[πρβλ]]. <i>θηριο</i>-[[μιγής]]. Η λ. μαρτυρείται από το 1833 στην <i>Εφημερίδα της Κυβερνήσεως</i>].
|mltxt=-ές<br /><b>φρ.</b> «[[μεταλλομιγής]] [[λίθος]]»<br /><b>(ορυκτ.)</b> [[λίθος]] αναμεμιγμένος ή εμποτισμένος με [[μετάλλευμα]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[μέταλλο]] <span style="color: red;">+</span> -[[μιγής]] (<span style="color: red;"><</span> [[μίγνυμι]]), [[θηριομιγής]]. Η λ. μαρτυρείται από το 1833 στην <i>Εφημερίδα της Κυβερνήσεως</i>].
}}
}}

Revision as of 09:35, 25 August 2021

Greek Monolingual

-ές
φρ. «μεταλλομιγής λίθος»
(ορυκτ.) λίθος αναμεμιγμένος ή εμποτισμένος με μετάλλευμα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < μέταλλο + -μιγής (< μίγνυμι), θηριομιγής. Η λ. μαρτυρείται από το 1833 στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως].