υιοκτόνος: Difference between revisions
From LSJ
Ἔνιοι δὲ καὶ μισοῦσι τοὺς εὐεργέτας → Nonnulli oderunt adeo beneficos sibi → Es hassen manche sogar ihre Wohltäter
(42) |
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)<b>πρβλ\.<\/b> (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-\[\[)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(\]\])\." to "πρβλ. $2$4.") |
||
Line 1: | Line 1: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=-ο / [[υἱοκτόνος]], -ον, ΝΜΑ<br />(<b>[[λόγιος]] τ.</b>) ο [[φονιάς]] του ίδιου του παιδιού του, [[παιδοκτόνος]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[υἱός]] <span style="color: red;">+</span> -<i>κτονος</i> (<span style="color: red;"><</span> [[κτόνος]]<span style="color: red;"><</span> [[κτείνω]]), | |mltxt=-ο / [[υἱοκτόνος]], -ον, ΝΜΑ<br />(<b>[[λόγιος]] τ.</b>) ο [[φονιάς]] του ίδιου του παιδιού του, [[παιδοκτόνος]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[υἱός]] <span style="color: red;">+</span> -<i>κτονος</i> (<span style="color: red;"><</span> [[κτόνος]]<span style="color: red;"><</span> [[κτείνω]]), [[πρβλ]]. [[μητροκτόνος]]. | ||
}} | }} |
Latest revision as of 13:30, 25 August 2021
Greek Monolingual
-ο / υἱοκτόνος, -ον, ΝΜΑ
(λόγιος τ.) ο φονιάς του ίδιου του παιδιού του, παιδοκτόνος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < υἱός + -κτονος (< κτόνος< κτείνω), πρβλ. μητροκτόνος.