Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

συνδαιτυμών: Difference between revisions

From LSJ

Ὕπνος δεινὸν ἀνθρώποις κακόν → Sleep is a terrible evil for humans → Magnum est malum somniculose vivere → Furchtbar setzt er Schlaf den Menschen zu

Menander, Monostichoi, 523
(6_19)
 
mNo edit summary
 
Line 1: Line 1:
{{ls
{{ls
|lstext='''συνδαιτῠμών''': -όνος, ὁ, διάφ. γραφ. ἐν Ξεν. Κύρ. Παιδ. 8. 2, 3· ἀντὶ [[σύνδειπνος]].
|lstext='''συνδαιτῠμών''': -όνος, ὁ, διάφ. γραφ. ἐν Ξεν. Κύρ. Παιδ. 8. 2, 3· ἀντὶ [[σύνδειπνος]].
}}
{{grml
|mltxt=ο, η / [[συνδαιτυμών]], -όνος, ὁ, ἡ, ΝΑ<br />[[πρόσωπο]] που μετέχει σε [[γεύμα]], [[ομοτράπεζος]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>συν</i>- <span style="color: red;">+</span> [[δαιτυμών]], -<i>όνος</i> «[[ομοτράπεζος]]» (<span style="color: red;"><</span> [[δαιτύς]] «[[γεύμα]]»)].
}}
}}

Latest revision as of 13:36, 12 April 2022

Greek (Liddell-Scott)

συνδαιτῠμών: -όνος, ὁ, διάφ. γραφ. ἐν Ξεν. Κύρ. Παιδ. 8. 2, 3· ἀντὶ σύνδειπνος.

Greek Monolingual

ο, η / συνδαιτυμών, -όνος, ὁ, ἡ, ΝΑ
πρόσωπο που μετέχει σε γεύμα, ομοτράπεζος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < συν- + δαιτυμών, -όνος «ομοτράπεζος» (< δαιτύς «γεύμα»)].