μορφοποιός: Difference between revisions
From LSJ
οὗ δ' ἂν Ἔρως μὴ ἐφάψηται, σκοτεινός → he on whom Love has laid no hold is obscure | he whom Love touches not walks in darkness
m (Text replacement - "εῑσαν" to "εῖσαν") |
m (Text replacement - "οῡ" to "οῦ") |
||
Line 3: | Line 3: | ||
}} | }} | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=[[μορφοποιός]], -όν (Μ)<br />αυτός που δίνει [[μορφή]], που κατασκευάζει [[εικόνα]], ο [[ζωγράφος]] («ἐκ | |mltxt=[[μορφοποιός]], -όν (Μ)<br />αυτός που δίνει [[μορφή]], που κατασκευάζει [[εικόνα]], ο [[ζωγράφος]] («ἐκ μορφοποιοῦ χειρὸς ὡραϊσμένην βλέποντες ἄνδρες ἐγγραφεῖσαν [[ἐνθάδε]]», Στουδ. Θεόδ.).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[μορφή]] <span style="color: red;">+</span> -[[ποιός]]]. | ||
}} | }} |