ἀμνησικακία: Difference between revisions

From LSJ

Ζευχθεὶς γάμοισιν οὐκέτ' ἔστ' ἐλεύθερος → Haud liber ultra est, nuptiae quem vinciunt → Wer durch der Ehe Joch vereint, ist nicht mehr frei

Menander, Monostichoi, 197
m (Text replacement - "   <span class="bld">" to "<span class="bld">")
m (Text replacement - " LXX " to " LXX ")
Line 17: Line 17:
}}
}}
{{DGE
{{DGE
|dgtxt=-ας, ἡ<br />[[perdón]], [[olvido de las ofensas]] LXX 3<i>Ma</i>.3.21, Clem.Al.<i>Strom</i>.2.18.87, Hsch.
|dgtxt=-ας, ἡ<br />[[perdón]], [[olvido de las ofensas]] [[LXX]] 3<i>Ma</i>.3.21, Clem.Al.<i>Strom</i>.2.18.87, Hsch.
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=η (Α [[ἀμνησικακία]]) [[ἀμνησίκακος]]<br />το να είσαι [[αμνησίκακος]], η [[έλλειψη]] μνησικακίας, [[ανεξικακία]], [[μακροθυμία]].
|mltxt=η (Α [[ἀμνησικακία]]) [[ἀμνησίκακος]]<br />το να είσαι [[αμνησίκακος]], η [[έλλειψη]] μνησικακίας, [[ανεξικακία]], [[μακροθυμία]].
}}
}}

Revision as of 15:43, 20 June 2022

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀμνησικᾰκία Medium diacritics: ἀμνησικακία Low diacritics: αμνησικακία Capitals: ΑΜΝΗΣΙΚΑΚΙΑ
Transliteration A: amnēsikakía Transliteration B: amnēsikakia Transliteration C: amnisikakia Beta Code: a)mnhsikaki/a

English (LSJ)

ἡ, A forgivingness, LXX3 Ma.3.21.

German (Pape)

[Seite 126] ἡ, das Vergessen erlittenen Unrechts, Sp.

Greek (Liddell-Scott)

ἀμνησικᾰκία: ἡ, συγχώρησις, Ἑβδ. (Μακκ. Γϳ, γϳ, 21), Κλήμ. Ἀλ. 474: «ἀμνησικακία, τὸ μὴ μιμνήσκεσθαι» Ἡσύχ.

Spanish (DGE)

-ας, ἡ
perdón, olvido de las ofensas LXX 3Ma.3.21, Clem.Al.Strom.2.18.87, Hsch.

Greek Monolingual

η (Α ἀμνησικακία) ἀμνησίκακος
το να είσαι αμνησίκακος, η έλλειψη μνησικακίας, ανεξικακία, μακροθυμία.