Χαλκιδεύς: Difference between revisions

From LSJ

καὶ ἄλλως δὲ πολυειδῶς συζευγνύουσι τοῖς πράγµασι τὰ µαθήµατα, ὡς καὶ τῶν πραγµάτων ὁµοιοῦσθαι τοῖς µαθήµασι δυναµένων καὶ τῶν µαθηµάτων τοῖς πράγµασι φύσιν ἐχόντων ἀπεικάζεσθαι καὶ ἀµφοτέρων πρὸς ἄλληλα ἀνθοµοιουµένων → they couple mathematical objects to things in several other ways as well, since things can be assimilated to mathematical objects, and mathematical objects can by nature be likened to things, both being in a relation of mutual resemblance

Source
mNo edit summary
mNo edit summary
Line 17: Line 17:
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=-έως, , ΜΑ<br /><b>βλ.</b> [[Χαλκιδέας]].
|mltxt=ο / [[Χαλκιδεύς]], Χαλκιδέως, ΝΜΑ<br /><b>1.</b> [[κάτοικος]] της [[Χαλκίδα]]ς, [[Χαλκιδαίος]]<br /><b>2.</b> [[κάτοικος]] της Χαλκιδικής<br /><b>αρχ.</b><br /><b>ως προσηγ.</b> <i>([[κατά]] τον <b>Ησύχ.</b>)</i> «[[χαλκιδεύς]], [[δειλός]]».<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[Χαλκίς]], Χαλκίδος <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -<i>εύς</i>].
}}
}}
{{elru
{{elru
|elrutext='''Χαλκῐδεύς:''' έως ὁ [[уроженец Халкиды]] или [[житель Халкиды]] Her., Thuc., Xen.
|elrutext='''Χαλκῐδεύς:''' έως ὁ [[уроженец Халкиды]] или [[житель Халкиды]] Her., Thuc., Xen.
}}
}}

Revision as of 12:41, 1 July 2022

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: Χᾰλκῐδεύς Medium diacritics: Χαλκιδεύς Low diacritics: Χαλκιδεύς Capitals: ΧΑΛΚΙΔΕΥΣ
Transliteration A: Chalkideús Transliteration B: Chalkideus Transliteration C: CHalkideys Beta Code: xalkideu/s

English (LSJ)

έος, ὁ, A Chalcidian, inhabitant of Chalcis, Hdt.5.74, etc.: acc. pl. Χαλκιδέας Ar.Eq. 238. II expld. by δειλός, Hsch.

Greek (Liddell-Scott)

Χαλκιδεύς: έως, ἴδε χαλκίς ΙΙ.

French (Bailly abrégé)

έως (ὁ) :
habitant ou originaire de Chalcis.
Étymologie: Χαλκίς.

Greek Monolingual

ο / Χαλκιδεύς, Χαλκιδέως, ΝΜΑ
1. κάτοικος της Χαλκίδας, Χαλκιδαίος
2. κάτοικος της Χαλκιδικής
αρχ.
ως προσηγ. (κατά τον Ησύχ.) «χαλκιδεύς, δειλός».
[ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ < Χαλκίς, Χαλκίδος + κατάλ. -εύς].

Russian (Dvoretsky)

Χαλκῐδεύς: έως ὁ уроженец Халкиды или житель Халкиды Her., Thuc., Xen.