τρόπαιο: Difference between revisions
From LSJ
βορβόρῳ δ' ὕδωρ λαμπρὸν μιαίνων οὔποθ' εὑρήσεις ποτόν → once limpid waters are stained with mud, you'll never find a drink
(42) |
mNo edit summary |
||
Line 1: | Line 1: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=το / [[τρόπαιον]], ΝΜΑ, και ιων. και αρχ. αττ. τ. τροπαῖον, Α<br /><b>1.</b> ([[κατά]] την [[αρχαιότητα]]) [[πρόχειρο]] αναμνηστικό [[μνημείο]], αποτελούμενο [[συνήθως]] από σωρό λαφύρων, που στηνόταν από τους νικητές στο [[πεδίο]] της μάχης, στο [[σημείο]] ακριβώς στο οποίο είχε νικηθεί ο [[εχθρός]]<br /><b>2.</b> (<b>κατ' επέκτ.</b>) [[σύμβολο]] νίκης<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>συνεκδ.</b> [[μεγάλη]] [[νίκη]], [[θρίαμβος]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[τροπή]] <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -<i>αιον</i>, ουδ. του -<i>αιος</i>]. | |mltxt=το / [[τρόπαιον]], ΝΜΑ, και ιων. και αρχ. αττ. τ. [[τροπαῖον]], Α<br /><b>1.</b> ([[κατά]] την [[αρχαιότητα]]) [[πρόχειρο]] αναμνηστικό [[μνημείο]], αποτελούμενο [[συνήθως]] από σωρό λαφύρων, που στηνόταν από τους νικητές στο [[πεδίο]] της μάχης, στο [[σημείο]] ακριβώς στο οποίο είχε νικηθεί ο [[εχθρός]]<br /><b>2.</b> (<b>κατ' επέκτ.</b>) [[σύμβολο]] νίκης<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>συνεκδ.</b> [[μεγάλη]] [[νίκη]], [[θρίαμβος]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[τροπή]] <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -<i>αιον</i>, ουδ. του -<i>αιος</i>]. | ||
}} | }} |
Latest revision as of 19:53, 1 July 2022
Greek Monolingual
το / τρόπαιον, ΝΜΑ, και ιων. και αρχ. αττ. τ. τροπαῖον, Α
1. (κατά την αρχαιότητα) πρόχειρο αναμνηστικό μνημείο, αποτελούμενο συνήθως από σωρό λαφύρων, που στηνόταν από τους νικητές στο πεδίο της μάχης, στο σημείο ακριβώς στο οποίο είχε νικηθεί ο εχθρός
2. (κατ' επέκτ.) σύμβολο νίκης
νεοελλ.
συνεκδ. μεγάλη νίκη, θρίαμβος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < τροπή + κατάλ. -αιον, ουδ. του -αιος].