untilled: Difference between revisions
From LSJ
Θεῶν ὄνειδος τοὺς κακοὺς εὐδαιμονεῖν → Crimen deorum est improbi felicitas → Ein Vorwurf an die Götter ist der Schurken Glück
mNo edit summary |
mNo edit summary |
||
Line 3: | Line 3: | ||
===adjective=== | ===adjective=== | ||
[[ἀκίνητος]], [[ἄκτιτος]], [[ἀναροτρίαστος]], [[ἀνέαστος]], [[ἀνέργαστος]], [[ἄνετος]], [[ἀνημέρωτος]], [[ἀνήροτος]], [[ἄπρακτος]], [[ἄπρηκτος]], [[ἀργός]], [[ἄσπαρτος]], [[ἄτροπος]], [[ἄφαρος]], [[ἀφάρωτος]] | |||
}} | }} |
Latest revision as of 18:00, 16 August 2022
English > Greek (Woodhouse)
adjective
ἀκίνητος, ἄκτιτος, ἀναροτρίαστος, ἀνέαστος, ἀνέργαστος, ἄνετος, ἀνημέρωτος, ἀνήροτος, ἄπρακτος, ἄπρηκτος, ἀργός, ἄσπαρτος, ἄτροπος, ἄφαρος, ἀφάρωτος