κυκύϊζα: Difference between revisions
From LSJ
Τίμα τὸ γῆρας, οὐ γὰρ ἔρχεται μόνον → Metue senectam: quippe comitata advenit → Das Alter achte, denn alleine kommt es nicht
(7) |
m (Text replacement - "εῑα" to "εῖα") |
||
(7 intermediate revisions by the same user not shown) | |||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=kykyiza | |Transliteration C=kykyiza | ||
|Beta Code=kuku/i+za | |Beta Code=kuku/i+za | ||
|Definition= | |Definition=γλυκεῖα [[κολόκυντα]], and [[κύκυον]]· τὸν σικυόν, Hsch.; cf. Lat. [[cucumis]]. | ||
}} | |||
{{ls | |||
|lstext='''κυκύϊζα''': «γλυκεῖα κολόκυντα» Ἡσύχ. | |||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=[[κυκύϊζα]] (Α)<br /><i>([[κατά]] τον <b>Ησύχ.</b>)</i> «γλυκεῖα κολόκυντα».<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Οι γλώσσες του Ησυχίου [[κυκύϊζα]] και [[κύκυον]] [[είναι]] αβέβαιης ετυμολ. Προβληματική η σύνδεσή τους με το <i>σικυός</i> «[[αγγούρι]]». Κατ' [[άλλη]] [[άποψη]], συνδέονται με το λατ. <i>cucumis</i> «[[αγγούρι]]»]. | |||
}} | }} |
Latest revision as of 15:05, 27 September 2022
English (LSJ)
γλυκεῖα κολόκυντα, and κύκυον· τὸν σικυόν, Hsch.; cf. Lat. cucumis.
Greek (Liddell-Scott)
κυκύϊζα: «γλυκεῖα κολόκυντα» Ἡσύχ.
Greek Monolingual
κυκύϊζα (Α)
(κατά τον Ησύχ.) «γλυκεῖα κολόκυντα».
[ΕΤΥΜΟΛ. Οι γλώσσες του Ησυχίου κυκύϊζα και κύκυον είναι αβέβαιης ετυμολ. Προβληματική η σύνδεσή τους με το σικυός «αγγούρι». Κατ' άλλη άποψη, συνδέονται με το λατ. cucumis «αγγούρι»].