ἀνθρακίτης: Difference between revisions

From LSJ

Νέῳ δὲ σιγᾶν μᾶλλον ἢ λαλεῖν πρέπει → Iuvenem magis tacere quam fari decet → Dem jungen Mann steht Schweigen mehr als Reden an

Menander, Monostichoi, 375
m (Text replacement - "   <span class="bld">" to "<span class="bld">")
m (Text replacement - "(?s)({{LSJ.*}}\n)({{.*}}\n)({{DGE.*}}\n)" to "$1$3$2")
Line 9: Line 9:
|Beta Code=a)nqraki/ths
|Beta Code=a)nqraki/ths
|Definition=[ῑ], ου, ὁ, name of a <span class="sense"><span class="bld">A</span> [[gem]], <span class="bibl">Plin.<span class="title">HN</span>36.148</span>. </span><span class="sense"><span class="bld">II</span> fem. ἀνθρᾰκ-ῖτις, ιδος, a kind of [[coal]], ib.<span class="bibl">37.99</span>.</span>
|Definition=[ῑ], ου, ὁ, name of a <span class="sense"><span class="bld">A</span> [[gem]], <span class="bibl">Plin.<span class="title">HN</span>36.148</span>. </span><span class="sense"><span class="bld">II</span> fem. ἀνθρᾰκ-ῖτις, ιδος, a kind of [[coal]], ib.<span class="bibl">37.99</span>.</span>
}}
{{DGE
|dgtxt=-ου, ὁ [[mineral compuesto de magnetita y limonita]] Plin.<i>HN</i> 36.148.
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀνθρᾰκίτης''': [ῑ], -ου, ὁ, ὁ [[ἀνθρακίτης]], [[ὄνομα]] πολυτίμου λίθου, Πλίν. 36. 38. ΙΙ. θηλ. -ῖτις, ιδος, [[εἶδος]] ἄνθρακος (πρὸς καῦσιν) ὁ αὐτ. 37. 27.
|lstext='''ἀνθρᾰκίτης''': [ῑ], -ου, ὁ, ὁ [[ἀνθρακίτης]], [[ὄνομα]] πολυτίμου λίθου, Πλίν. 36. 38. ΙΙ. θηλ. -ῖτις, ιδος, [[εἶδος]] ἄνθρακος (πρὸς καῦσιν) ὁ αὐτ. 37. 27.
}}
{{DGE
|dgtxt=-ου, ὁ [[mineral compuesto de magnetita y limonita]] Plin.<i>HN</i> 36.148.
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=ο (Α [[ἀνθρακίτης]])<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> [[ορυκτός]] [[άνθρακας]] καλής ποιότητας<br />(καίγεται [[χωρίς]] πολύ καπνό και θερμαίνει πολύ)<br /><b>2.</b> ο [[θερμαστής]] του πλοίου<br /><b>αρχ.</b><br />[[είδος]] πολύτιμου λίθου.
|mltxt=ο (Α [[ἀνθρακίτης]])<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> [[ορυκτός]] [[άνθρακας]] καλής ποιότητας<br />(καίγεται [[χωρίς]] πολύ καπνό και θερμαίνει πολύ)<br /><b>2.</b> ο [[θερμαστής]] του πλοίου<br /><b>αρχ.</b><br />[[είδος]] πολύτιμου λίθου.
}}
}}

Revision as of 13:20, 1 October 2022

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀνθρᾰκίτης Medium diacritics: ἀνθρακίτης Low diacritics: ανθρακίτης Capitals: ΑΝΘΡΑΚΙΤΗΣ
Transliteration A: anthrakítēs Transliteration B: anthrakitēs Transliteration C: anthrakitis Beta Code: a)nqraki/ths

English (LSJ)

[ῑ], ου, ὁ, name of a A gem, Plin.HN36.148. II fem. ἀνθρᾰκ-ῖτις, ιδος, a kind of coal, ib.37.99.

Spanish (DGE)

-ου, ὁ mineral compuesto de magnetita y limonita Plin.HN 36.148.

Greek (Liddell-Scott)

ἀνθρᾰκίτης: [ῑ], -ου, ὁ, ὁ ἀνθρακίτης, ὄνομα πολυτίμου λίθου, Πλίν. 36. 38. ΙΙ. θηλ. -ῖτις, ιδος, εἶδος ἄνθρακος (πρὸς καῦσιν) ὁ αὐτ. 37. 27.

Greek Monolingual

ο (Α ἀνθρακίτης)
νεοελλ.
1. ορυκτός άνθρακας καλής ποιότητας
(καίγεται χωρίς πολύ καπνό και θερμαίνει πολύ)
2. ο θερμαστής του πλοίου
αρχ.
είδος πολύτιμου λίθου.