Προμήθειος: Difference between revisions

From LSJ

Δρυὸς πεσούσης πᾶς ἀνὴρ ξυλεύεται → Quercu cadente, nemo ignatu abstinet → Fiel erst die Eiche, holt ein jeder Mann sich Holz

Menander, Monostichoi, 123
(6_4)
 
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
 
(6 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 1: Line 1:
{{LSJ1
|Full diacritics=Προμήθειος
|Medium diacritics=Προμήθειος
|Low diacritics=Προμήθειος
|Capitals=ΠΡΟΜΗΘΕΙΟΣ
|Transliteration A=Promḗtheios
|Transliteration B=Promētheios
|Transliteration C=Promitheios
|Beta Code=*promh/qeios
|Definition=α, ον, or ος, ον, [[Promethean]], πυρικλοπίη AP 6.100 (Crin.), cf. Nic. Al. 273, etc. βοτάνη Προμήθειος καλουμένη Ps.-Plu. Fluv. 5.4. [[Προμήθεια]], τά, [[festival of Prometheus]], Lys. 21.3, X. Ath. 3.4; [[Προμήθια]], IG1². 84.37, 2².1138.11.
}}
{{bailly
|btext=α, ον :<br />de Prométhée ; τὰ Προμήθεια XÉN fêtes de Prométhée.<br />'''Étymologie:''' [[Προμηθεύς]].
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''Προμήθειος''': -α, -ον, ἢ ος, ον, ὁ εἰς τὸν Προμηθέα ἀνήκων, Ἀνθ. Π. 6. 100. Νικ. Ἀλεξιφ. 273, κτλ. ΙΙ. Προμήθεια, τά, ἡ ἑορτὴ τοῦ Προμηθέως, Λυσί. 161 ἐν τέλ., Ξεν. Ἀθην. 3, 4· κατὰ τὸν Meisterh 243 Προμήθια, τά, οὐχὶ Προμήθεια.
|lstext='''Προμήθειος''': -α, -ον, ἢ ος, ον, ὁ εἰς τὸν Προμηθέα ἀνήκων, Ἀνθ. Π. 6. 100. Νικ. Ἀλεξιφ. 273, κτλ. ΙΙ. Προμήθεια, τά, ἡ ἑορτὴ τοῦ Προμηθέως, Λυσί. 161 ἐν τέλ., Ξεν. Ἀθην. 3, 4· κατὰ τὸν Meisterh 243 Προμήθια, τά, οὐχὶ Προμήθεια.
}}
{{elru
|elrutext='''Προμήθειος:''' [[прометеевский]] Anth.
}}
}}

Latest revision as of 19:10, 1 October 2022

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: Προμήθειος Medium diacritics: Προμήθειος Low diacritics: Προμήθειος Capitals: ΠΡΟΜΗΘΕΙΟΣ
Transliteration A: Promḗtheios Transliteration B: Promētheios Transliteration C: Promitheios Beta Code: *promh/qeios

English (LSJ)

α, ον, or ος, ον, Promethean, πυρικλοπίη AP 6.100 (Crin.), cf. Nic. Al. 273, etc. βοτάνη Προμήθειος καλουμένη Ps.-Plu. Fluv. 5.4. Προμήθεια, τά, festival of Prometheus, Lys. 21.3, X. Ath. 3.4; Προμήθια, IG1². 84.37, 2².1138.11.

French (Bailly abrégé)

α, ον :
de Prométhée ; τὰ Προμήθεια XÉN fêtes de Prométhée.
Étymologie: Προμηθεύς.

Greek (Liddell-Scott)

Προμήθειος: -α, -ον, ἢ ος, ον, ὁ εἰς τὸν Προμηθέα ἀνήκων, Ἀνθ. Π. 6. 100. Νικ. Ἀλεξιφ. 273, κτλ. ΙΙ. Προμήθεια, τά, ἡ ἑορτὴ τοῦ Προμηθέως, Λυσί. 161 ἐν τέλ., Ξεν. Ἀθην. 3, 4· κατὰ τὸν Meisterh 243 Προμήθια, τά, οὐχὶ Προμήθεια.

Russian (Dvoretsky)

Προμήθειος: прометеевский Anth.