παρανήτη: Difference between revisions
Βουλὴν ἅπαντος πράγματος προλάμβανε → Nihil incohes, nisi inito consilio prius → Vor jedem Handeln fasse einen guten Plan
mNo edit summary |
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1") |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{pape | {{pape | ||
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0491.png Seite 491]] ἡ, sc. [[χορδή]], die Saite neben der untersten, die vorletzte, Arist. metaph. 4, 11 u. Music. | |ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0491.png Seite 491]] ἡ, sc. [[χορδή]], die Saite neben der untersten, die vorletzte, Arist. metaph. 4, 11 u. Music. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ης (ἡ) :<br /><i>s.e.</i> [[χορδή]];<br />avant dernière corde de la lyre.<br />'''Étymologie:''' [[παρά]], [[νήτη]]. | |||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''παρανήτη''': (ἐξυπακ. [[χορδή]]), ἡ, ἡ χορδὴ ἡ ἀμέσως πρὸ τῆς τελευταίας, δηλ. ἡ προτελευταία τῶν [[πέντε]] χορδῶν, Ἀριστ. Φυσ. 7. 4, 4, Μετὰ τὰ Φυσ. 4. 11, 4, Πλούτ. 2. 1137C, κτλ.· οὕτω [[παρανεάτη]], Κρατῖνος ἐν «Νόμοις» 14· πρβλ. παραμέση. | |lstext='''παρανήτη''': (ἐξυπακ. [[χορδή]]), ἡ, ἡ χορδὴ ἡ ἀμέσως πρὸ τῆς τελευταίας, δηλ. ἡ προτελευταία τῶν [[πέντε]] χορδῶν, Ἀριστ. Φυσ. 7. 4, 4, Μετὰ τὰ Φυσ. 4. 11, 4, Πλούτ. 2. 1137C, κτλ.· οὕτω [[παρανεάτη]], Κρατῖνος ἐν «Νόμοις» 14· πρβλ. παραμέση. | ||
}} | }} | ||
{{grml | {{grml |
Revision as of 07:50, 2 October 2022
English (LSJ)
(sc. χορδή), ἡ, paranete, string or note next below the, νήτη, Arist. Ph.248b9, Metaph. 1018b28, Plu.2.1137c, etc.:—also παρανεάτη, Cratin.134.
German (Pape)
[Seite 491] ἡ, sc. χορδή, die Saite neben der untersten, die vorletzte, Arist. metaph. 4, 11 u. Music.
French (Bailly abrégé)
ης (ἡ) :
s.e. χορδή;
avant dernière corde de la lyre.
Étymologie: παρά, νήτη.
Greek (Liddell-Scott)
παρανήτη: (ἐξυπακ. χορδή), ἡ, ἡ χορδὴ ἡ ἀμέσως πρὸ τῆς τελευταίας, δηλ. ἡ προτελευταία τῶν πέντε χορδῶν, Ἀριστ. Φυσ. 7. 4, 4, Μετὰ τὰ Φυσ. 4. 11, 4, Πλούτ. 2. 1137C, κτλ.· οὕτω παρανεάτη, Κρατῖνος ἐν «Νόμοις» 14· πρβλ. παραμέση.
Greek Monolingual
ή, ΝΜΑ, και παρανεάτη Α
μουσ. (στην ονοματοθεσία τών χορδών και τών βαθμίδων της κλίμακας) η τετάρτη.
[ΕΤΥΜΟΛ. < παρ(α)- + νεάτη / νήτη «η κατώτατη χορδή»].
Russian (Dvoretsky)
παρανήτη: ἡ стяж. Arst. = παρανεάτη.