βλητέον: Difference between revisions

From LSJ

ἀγαπήσεις τὸν πλησίον σου ὡς σεαυτόν → love your neighbor as yourself, thou shalt love thy neighbour as thyself, love thy neighbour as thyself

Source
m (Text replacement - "<span class="sense"><span class="bld">A<\/span> (?s)(?!.*<span class="bld">)(.*)(<\/span>)(\n}})" to "$1$3")
m (Text replacement - "(?s)(\n{{ls\n\|lstext.*}})(\n{{.*}})(\n{{elru.*}})(\n{{elnl.*}})" to "$4$3$1$2")
 
(One intermediate revision by the same user not shown)
Line 9: Line 9:
|Beta Code=blhte/on
|Beta Code=blhte/on
|Definition=[[one must throw]] or [[put]], Ev.Marc.2.22.
|Definition=[[one must throw]] or [[put]], Ev.Marc.2.22.
}}
{{ls
|lstext='''βλητέον''': ῥημ. ἐπίθ., πρέπει τις νὰ ῥίψῃ ἢ θέσῃ, Εὐαγγ. κ. Μᾶρκ. β΄ 22.
}}
}}
{{DGE
{{DGE
|dgtxt=[[hay que echar]], [[hay que verter]] οἶνον νέον εἰς ἀσκοὺς καινοὺς β. <i>Eu.Marc</i>.2.22 (ap. crít.), en recetas εἰ δὲ ῥέοι [[γαστήρ]], μὴ β. κολοκυνθίδα Paul.Aeg.7.18.14, cf. Gal.13.635<br /><b class="num">•</b>fig. τὸν ... τῆς ἀληθείας νοῦν εἰς τὸν καινὸν ἄνθρωπον β. Basil.M.29.337B.
|dgtxt=[[hay que echar]], [[hay que verter]] οἶνον νέον εἰς ἀσκοὺς καινοὺς β. <i>Eu.Marc</i>.2.22 (ap. crít.), en recetas εἰ δὲ ῥέοι [[γαστήρ]], μὴ β. κολοκυνθίδα Paul.Aeg.7.18.14, cf. Gal.13.635<br /><b class="num">•</b>fig. τὸν ... τῆς ἀληθείας νοῦν εἰς τὸν καινὸν ἄνθρωπον β. Basil.M.29.337B.
}}
}}
{{lsm
{{elnl
|lsmtext='''βλητέον:''' ρημ. επίθ. του [[βάλλω]], πρέπει [[κανείς]] να ρίψει, σε Καινή Διαθήκη
|elnltext=[[βλητέον]], adj. verb. van [[βάλλω]], men moet werpen:. [[οἶνον]] νέον [[εἰς]] ἀσκοὺς καινοὺς [[βλητέον]] men moet jonge wijn in nieuwe zakken gieten NT Luc. 5.38.
}}
}}
{{elru
{{elru
|elrutext='''βλητέον:''' NT adj. verb. к [[βάλλω]].
|elrutext='''βλητέον:''' NT adj. verb. к [[βάλλω]].
}}
}}
{{elnl
{{ls
|elnltext=[[βλητέον]], adj. verb. van [[βάλλω]], men moet werpen:. [[οἶνον]] νέον [[εἰς]] ἀσκοὺς καινοὺς [[βλητέον]] men moet jonge wijn in nieuwe zakken gieten NT Luc. 5.38.
|lstext='''βλητέον''': ῥημ. ἐπίθ., πρέπει τις νὰ ῥίψῃ ἢ θέσῃ, Εὐαγγ. κ. Μᾶρκ. β΄ 22.
}}
{{lsm
|lsmtext='''βλητέον:''' ρημ. επίθ. του [[βάλλω]], πρέπει [[κανείς]] να ρίψει, σε Καινή Διαθήκη
}}
}}

Latest revision as of 11:10, 3 October 2022

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: βλητέον Medium diacritics: βλητέον Low diacritics: βλητέον Capitals: ΒΛΗΤΕΟΝ
Transliteration A: blētéon Transliteration B: blēteon Transliteration C: vliteon Beta Code: blhte/on

English (LSJ)

one must throw or put, Ev.Marc.2.22.

Spanish (DGE)

hay que echar, hay que verter οἶνον νέον εἰς ἀσκοὺς καινοὺς β. Eu.Marc.2.22 (ap. crít.), en recetas εἰ δὲ ῥέοι γαστήρ, μὴ β. κολοκυνθίδα Paul.Aeg.7.18.14, cf. Gal.13.635
fig. τὸν ... τῆς ἀληθείας νοῦν εἰς τὸν καινὸν ἄνθρωπον β. Basil.M.29.337B.

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

βλητέον, adj. verb. van βάλλω, men moet werpen:. οἶνον νέον εἰς ἀσκοὺς καινοὺς βλητέον men moet jonge wijn in nieuwe zakken gieten NT Luc. 5.38.

Russian (Dvoretsky)

βλητέον: NT adj. verb. к βάλλω.

Greek (Liddell-Scott)

βλητέον: ῥημ. ἐπίθ., πρέπει τις νὰ ῥίψῃ ἢ θέσῃ, Εὐαγγ. κ. Μᾶρκ. β΄ 22.

Greek Monotonic

βλητέον: ρημ. επίθ. του βάλλω, πρέπει κανείς να ρίψει, σε Καινή Διαθήκη