παρανήτη: Difference between revisions

From LSJ

Ἔργων πονηρῶν χεῖρ' ἐλευθέραν ἔχε → Mali facinoris liberam serva manum → Von schlechten Taten halte deine Hände frei

Menander, Monostichoi, 148
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
m (Text replacement - "(?s)(\n{{ls\n\|lstext.*}})(\n{{.*}})(\n{{elru.*}})" to "$3$1$2")
Line 15: Line 15:
{{bailly
{{bailly
|btext=ης (ἡ) :<br /><i>s.e.</i> [[χορδή]];<br />avant dernière corde de la lyre.<br />'''Étymologie:''' [[παρά]], [[νήτη]].
|btext=ης (ἡ) :<br /><i>s.e.</i> [[χορδή]];<br />avant dernière corde de la lyre.<br />'''Étymologie:''' [[παρά]], [[νήτη]].
}}
{{elru
|elrutext='''παρανήτη:''' ἡ стяж. Arst. = [[παρανεάτη]].
}}
}}
{{ls
{{ls
Line 21: Line 24:
{{grml
{{grml
|mltxt=ή, ΝΜΑ, και [[παρανεάτη]] Α<br /><b>μουσ.</b> (στην [[ονοματοθεσία]] τών χορδών και τών βαθμίδων της κλίμακας) η τετάρτη.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>παρ</i>(<i>α</i>)- <span style="color: red;">+</span> [[νεάτη]] / [[νήτη]] «η κατώτατη [[χορδή]]»].
|mltxt=ή, ΝΜΑ, και [[παρανεάτη]] Α<br /><b>μουσ.</b> (στην [[ονοματοθεσία]] τών χορδών και τών βαθμίδων της κλίμακας) η τετάρτη.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>παρ</i>(<i>α</i>)- <span style="color: red;">+</span> [[νεάτη]] / [[νήτη]] «η κατώτατη [[χορδή]]»].
}}
{{elru
|elrutext='''παρανήτη:''' ἡ стяж. Arst. = [[παρανεάτη]].
}}
}}

Revision as of 15:10, 3 October 2022

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: παρανήτη Medium diacritics: παρανήτη Low diacritics: παρανήτη Capitals: ΠΑΡΑΝΗΤΗ
Transliteration A: paranḗtē Transliteration B: paranētē Transliteration C: paraniti Beta Code: paranh/th

English (LSJ)

(sc. χορδή), ἡ, paranete, string or note next below the, νήτη, Arist. Ph.248b9, Metaph. 1018b28, Plu.2.1137c, etc.:—also παρανεάτη, Cratin.134.

German (Pape)

[Seite 491] ἡ, sc. χορδή, die Saite neben der untersten, die vorletzte, Arist. metaph. 4, 11 u. Music.

French (Bailly abrégé)

ης (ἡ) :
s.e. χορδή;
avant dernière corde de la lyre.
Étymologie: παρά, νήτη.

Russian (Dvoretsky)

παρανήτη: ἡ стяж. Arst. = παρανεάτη.

Greek (Liddell-Scott)

παρανήτη: (ἐξυπακ. χορδή), ἡ, ἡ χορδὴ ἡ ἀμέσως πρὸ τῆς τελευταίας, δηλ. ἡ προτελευταία τῶν πέντε χορδῶν, Ἀριστ. Φυσ. 7. 4, 4, Μετὰ τὰ Φυσ. 4. 11, 4, Πλούτ. 2. 1137C, κτλ.· οὕτω παρανεάτη, Κρατῖνος ἐν «Νόμοις» 14· πρβλ. παραμέση.

Greek Monolingual

ή, ΝΜΑ, και παρανεάτη Α
μουσ. (στην ονοματοθεσία τών χορδών και τών βαθμίδων της κλίμακας) η τετάρτη.
[ΕΤΥΜΟΛ. < παρ(α)- + νεάτη / νήτη «η κατώτατη χορδή»].