τἀπί: Difference between revisions
τὸ ἐγδοχῖον τοῦ ὕδατος καὶ τὰ ἐν τῆι πόλει ὑδραγώγια → the water reservoir and the conduits in the city (or on the acropolis)
m (Text replacement - "———————— " to "<br />") |
m (Text replacement - "(?s)(\n{{ls\n\|lstext.*}})(\n{{.*}})(\n{{elru.*}})" to "$3$1$2") |
||
(One intermediate revision by the same user not shown) | |||
Line 1: | Line 1: | ||
{{pape | {{pape | ||
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-1069.png Seite 1069]] att. zsgz. statt τὰ ἐπί. | |ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-1069.png Seite 1069]] att. zsgz. statt τὰ ἐπί. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=<i>crase att. p.</i> τὰ [[ἐπί]]. | |||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''τἀπί:''' in crasi = τὰ ἐπί. | |||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''τἀπί''': κατ’ Ἀττ. κρᾶσιν ἀντὶ τὰ ἐπί· ― τἀπιεικῆ, ἀντὶ τὰ ἐπιεικῆ. | |lstext='''τἀπί''': κατ’ Ἀττ. κρᾶσιν ἀντὶ τὰ ἐπί· ― τἀπιεικῆ, ἀντὶ τὰ ἐπιεικῆ. | ||
}} | }} | ||
{{grml | {{grml | ||
Line 13: | Line 16: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''τἀπί:''' [[κράση]] αντί τὰ [[ἐπί]]· τἀπιεικῆ αντί <i>τὰ ἐπιεικῆ</i>· τἀπιτίμια αντί <i>τὰ</i> ἐπιτίμια· <i>τἀπίχειρα</i> αντί τὰ [[ἐπίχειρα]]. | |lsmtext='''τἀπί:''' [[κράση]] αντί τὰ [[ἐπί]]· τἀπιεικῆ αντί <i>τὰ ἐπιεικῆ</i>· τἀπιτίμια αντί <i>τὰ</i> ἐπιτίμια· <i>τἀπίχειρα</i> αντί τὰ [[ἐπίχειρα]]. | ||
}} | }} |
Latest revision as of 16:40, 3 October 2022
German (Pape)
[Seite 1069] att. zsgz. statt τὰ ἐπί.
French (Bailly abrégé)
crase att. p. τὰ ἐπί.
Russian (Dvoretsky)
τἀπί: in crasi = τὰ ἐπί.
Greek (Liddell-Scott)
τἀπί: κατ’ Ἀττ. κρᾶσιν ἀντὶ τὰ ἐπί· ― τἀπιεικῆ, ἀντὶ τὰ ἐπιεικῆ.
Greek Monolingual
(I)
το, Ν
άκλ. (στη σουλτανική Τουρκία)
τίτλος ιδιοκτησίας, συνώνυμος του φόρου ο οποίος έπρεπε να καταβληθεί στο τουρκικό δημόσιο για να επιτραπεί η μεταβίβαση δημόσιων γαιών σε καλλιεργητές.
[ΕΤΥΜΟΛ. < τουρκ. tapu].
(II)
το, Ν
άκλ. φρ. «έμεινα ταπί» — έμεινα χωρίς χρήματα, είμαι τελείως απένταρος, άφραγκος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < τουρκ. tabī «νικημένος, υποτελής»].
(III)
(τἀπί) Α
(στους αττ. συγγραφείς) κράση αντί τὰ ἐπί.
Greek Monotonic
τἀπί: κράση αντί τὰ ἐπί· τἀπιεικῆ αντί τὰ ἐπιεικῆ· τἀπιτίμια αντί τὰ ἐπιτίμια· τἀπίχειρα αντί τὰ ἐπίχειρα.