πιλόω: Difference between revisions
From LSJ
Ἡ βουλὴ καὶ ὁ δῆμος ἐτίμησεν... → The Council and the People honored... (inscription in the Roman city of Aizonai)
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1") |
(CSV import) |
||
Line 21: | Line 21: | ||
{{elru | {{elru | ||
|elrutext='''πῑλόω:''' [[сгущать]]: νέφη ἐκ τῶν ἀτμῶν πιλοῦσθαι Plut. (Демокрит говорит, что) облака образуются (досл. сгущаются) из испарений. | |elrutext='''πῑλόω:''' [[сгущать]]: νέφη ἐκ τῶν ἀτμῶν πιλοῦσθαι Plut. (Демокрит говорит, что) облака образуются (досл. сгущаются) из испарений. | ||
}} | |||
{{mantoulidis | |||
|mantxt=(=[[συμπιέζω]] μαλλιά, [[συστέλλω]]). Ἀπό τό [[πῖλος]]. Δές γιά ἄλλα παράγωγα στό [[ρῆμα]] [[πιλέω]]. | |||
}} | }} |
Revision as of 15:25, 14 October 2022
English (LSJ)
=πιλέω, of the effect of cold, contract, opp. μανόω, ὁ χειμὼν πιλώσας τὰς ῥίζας Thphr.CP
German (Pape)
[Seite 615] = πιλέω, Theophr. u. Sp.; Eubul. bei Ath. II, 65 c, πλεκτάνας.
French (Bailly abrégé)
-ῶ :
c. πιλέω.
Greek (Liddell-Scott)
πῑλόω: πιλέω, ἐπὶ τῆς ἐνεργείας τοῦ ψύχους, συστέλλω, μανόω, ὁ χειμὼν πιλώσας τὰς ῥίζας Θεοφρ. π. Φυτ. Αἰτ. 3. 23, 5, πρβλ. 1. 12, 3, κτλ. ― Παθ., νέφη ἐκ τῶν ἀτμῶν πιλοῦσθαι Δημόκρ. παρὰ Πλουτ. 2. 898Α.
Russian (Dvoretsky)
πῑλόω: сгущать: νέφη ἐκ τῶν ἀτμῶν πιλοῦσθαι Plut. (Демокрит говорит, что) облака образуются (досл. сгущаются) из испарений.
Mantoulidis Etymological
(=συμπιέζω μαλλιά, συστέλλω). Ἀπό τό πῖλος. Δές γιά ἄλλα παράγωγα στό ρῆμα πιλέω.