κύθρα: Difference between revisions
From LSJ
Καὶ ζῶν ὁ φαῦλος καὶ θανὼν κολάζεται → Vivisque mortuisque poena instat malis → Der Schlechte wird im Leben und im Tod bestraft
m (Text replacement - "q.v." to "q.v.") |
m (pape replacement) |
||
Line 18: | Line 18: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''κύθρα:''' κύθρος, Ιων. αντί [[χύτρα]], [[χύτρος]]. | |lsmtext='''κύθρα:''' κύθρος, Ιων. αντί [[χύτρα]], [[χύτρος]]. | ||
}} | |||
{{pape | |||
|ptext=und ä., ion. = [[χύτρα]]. | |||
}} | }} |
Revision as of 16:33, 24 November 2022
English (LSJ)
κυθρίδιον, κύθρινος, κυθρίς, κυθρόκαυλος, κυθρόπους, κύθρος, Ion. and later Greek for χύτρ- (q.v.).
Greek (Liddell-Scott)
κύθρα: κυθρίδιον, κύθρινος, κυθρόγαυλος, κύθρος, Ἰων. ἀντὶ χύτρ-.
Greek Monolingual
κύθρα, ἡ (AM)
χύτρα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < χύτρα, με μετάθεση δασύτητας].
Greek Monotonic
κύθρα: κύθρος, Ιων. αντί χύτρα, χύτρος.
German (Pape)
und ä., ion. = χύτρα.