ἀλθήεις: Difference between revisions
From LSJ
m (Text replacement - "(?s)({{LSJ.*}}\n)({{.*}}\n)({{DGE.*}}\n)" to "$1$3$2") Tags: Mobile edit Mobile web edit |
m (pape replacement) |
||
Line 18: | Line 18: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=[[ἀλθήεις]], -εσσα, -εν (Α) [[ἀλθαίνω]]<br />αυτός που γιατρεύει, [[θεραπευτικός]], [[ιαματικός]]. | |mltxt=[[ἀλθήεις]], -εσσα, -εν (Α) [[ἀλθαίνω]]<br />αυτός που γιατρεύει, [[θεραπευτικός]], [[ιαματικός]]. | ||
}} | |||
{{pape | |||
|ptext=εσσα, εν, <i>[[heilsam]]</i>, Nic. <i>Th</i>. 84.645. | |||
}} | }} |
Revision as of 16:38, 24 November 2022
English (LSJ)
εσσα, εν, healing, wholesome, Nic.Th.84,645.
Spanish (DGE)
-εσσα, -εν curativo, saludable Nic.Th.84.
Greek (Liddell-Scott)
ἀλθήεις: εσσα, εν, θεραπεύων, ὑγιεινός, Νικ. Θ. 84. 645.
Greek Monolingual
ἀλθήεις, -εσσα, -εν (Α) ἀλθαίνω
αυτός που γιατρεύει, θεραπευτικός, ιαματικός.
German (Pape)
εσσα, εν, heilsam, Nic. Th. 84.645.