διπληγίς: Difference between revisions
From LSJ
Ὅστις γὰρ ἐν πολλοῖσιν ὡς ἐγὼ κακοῖς ζῇ, πῶς ὅδ' Οὐχὶ κατθανὼν κέρδος φέρει; → For one who lives amidst such evils as I do, how could it not be best to die?
m (Text replacement - "(?s)({{LSJ.*}}\n)({{.*}}\n)({{DGE.*}}\n)" to "$1$3$2") |
m (pape replacement) |
||
Line 18: | Line 18: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=[[διπληγίς]], ο (Α)<br />η [[διπλοΐς]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Άλλος τ. για το [[διπλοΐς]]]. | |mltxt=[[διπληγίς]], ο (Α)<br />η [[διπλοΐς]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Άλλος τ. για το [[διπλοΐς]]]. | ||
}} | |||
{{pape | |||
|ptext=ίδος, ἡ, = [[διπλοΐς]], Poll. 7.47. | |||
}} | }} |
Revision as of 16:46, 24 November 2022
English (LSJ)
ίδος, ὁ, = διπλοΐς, Poll.7.47.
Spanish (DGE)
-ίδος, ἡ manto o capa doble Poll.7.47.
Greek (Liddell-Scott)
διπληγίς: -ίδος, ὁ, = διπλοΐς, Πολυδ. Ζ΄, 47, χλαῖνα διπλῆ.
Greek Monolingual
διπληγίς, ο (Α)
η διπλοΐς.
[ΕΤΥΜΟΛ. Άλλος τ. για το διπλοΐς].
German (Pape)
ίδος, ἡ, = διπλοΐς, Poll. 7.47.