κορυμβίας: Difference between revisions

From LSJ

δυσφορέω περὶ τὰς ἀναστάσιας → feel ill on getting up

Source
m (Text replacement - "<span class="sense"><span class="bld">A<\/span> (?s)(?!.*<span class="bld">)(.*)(<\/span>)(\n}})" to "$1$3")
m (pape replacement)
Line 12: Line 12:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[κορυμβίας]], -ου, ὁ (Α) [[κόρυμβος]]<br />[[είδος]] κισσού που ονομάστηκε [[έτσι]] από τα βοτρυοειδή [[άνθη]] του και τον καρπό του.
|mltxt=[[κορυμβίας]], -ου, ὁ (Α) [[κόρυμβος]]<br />[[είδος]] κισσού που ονομάστηκε [[έτσι]] από τα βοτρυοειδή [[άνθη]] του και τον καρπό του.
}}
{{pape
|ptext=ὁ, <i>Traubenbüschel (κόρυμβοι) [[tragend]], Epheu</i>, Theophr.
}}
}}

Revision as of 16:52, 24 November 2022

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: κορυμβίας Medium diacritics: κορυμβίας Low diacritics: κορυμβίας Capitals: ΚΟΡΥΜΒΙΑΣ
Transliteration A: korymbías Transliteration B: korymbias Transliteration C: korymvias Beta Code: korumbi/as

English (LSJ)

ον, ὁ, white-berried ivy, Hedera helix, Thphr.HP3.18.6.

Greek Monolingual

κορυμβίας, -ου, ὁ (Α) κόρυμβος
είδος κισσού που ονομάστηκε έτσι από τα βοτρυοειδή άνθη του και τον καρπό του.

German (Pape)

ὁ, Traubenbüschel (κόρυμβοι) tragend, Epheu, Theophr.