νυμφαγέτης: Difference between revisions

From LSJ

ξυνῆλθεν ἀτταγᾶς τε καὶ νουμήνιος → birds of a feather flock together, the francolin and the new-moon bird get together

Source
m (LSJ2 replacement)
m (pape replacement)
 
(One intermediate revision by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=nymfagetis
|Transliteration C=nymfagetis
|Beta Code=numfage/ths
|Beta Code=numfage/ths
|Definition=ου, ὁ, [[leader of the Nymphs]], epith. of Poseidon, Corn. ''ND'' 22; of Pan, IG4²(1).130.15 (Epid.); cf. [[νυμφηγέτης]].
|Definition=ου, ὁ, [[leader of the Nymphs]], [[epithet]] of Poseidon, Corn. ''ND'' 22; of Pan, IG4²(1).130.15 (Epid.); cf. [[νυμφηγέτης]].
}}
}}
{{ls
{{ls
Line 15: Line 15:
{{grml
{{grml
|mltxt=νυμφογέτης και νυμφηγέ<br />της, ὁ (Α)<br />([[προσωνυμία]] για τον Ποσειδώνα και για τον Πάνα) [[ηγέτης]] τών Νυμφών.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>Νύμφη</i> <span style="color: red;">+</span> [[ἁγέτης]] / [[ἡγέτης]].
|mltxt=νυμφογέτης και νυμφηγέ<br />της, ὁ (Α)<br />([[προσωνυμία]] για τον Ποσειδώνα και για τον Πάνα) [[ηγέτης]] τών Νυμφών.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>Νύμφη</i> <span style="color: red;">+</span> [[ἁγέτης]] / [[ἡγέτης]].
}}
{{pape
|ptext=[ᾱ], ὁ, <i>[[Anführer]] der [[Nymphen]]</i>, [[Neptun]], bei Cornut. 22.
}}
}}

Latest revision as of 16:58, 24 November 2022

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: νυμφαγέτης Medium diacritics: νυμφαγέτης Low diacritics: νυμφαγέτης Capitals: ΝΥΜΦΑΓΕΤΗΣ
Transliteration A: nymphagétēs Transliteration B: nymphagetēs Transliteration C: nymfagetis Beta Code: numfage/ths

English (LSJ)

ου, ὁ, leader of the Nymphs, epithet of Poseidon, Corn. ND 22; of Pan, IG4²(1).130.15 (Epid.); cf. νυμφηγέτης.

Greek (Liddell-Scott)

νυμφᾱγέτης: -ου, ὁ ἡγέτης τῶν νυμφῶν, ἐπιθετ. τοῦ Ποσειδῶνος, Cornut. N. D. 22.

Greek Monolingual

νυμφογέτης και νυμφηγέ
της, ὁ (Α)
(προσωνυμία για τον Ποσειδώνα και για τον Πάνα) ηγέτης τών Νυμφών.
[ΕΤΥΜΟΛ. < Νύμφη + ἁγέτης / ἡγέτης.

German (Pape)

[ᾱ], ὁ, Anführer der Nymphen, Neptun, bei Cornut. 22.