νότιον: Difference between revisions

From LSJ

οὔτε σοφίας ἐνδείᾳ οὔτ' αἰσχύνης περιουσίᾳ → neither from lack of knowledge nor from superfluity of modesty

Source
(6_21)
 
m (Text replacement - "<b class="num">(\d+)\)" to "<b class="num">$1")
 
(5 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 1: Line 1:
{{ls
{{ls
|lstext='''νότιον''': τό, = σίκυς [[ἄγριος]], Διοσκ. 4. 152 (154), ἐκ τῶν νόθων.
|lstext='''νότιον''': τό, = σίκυς [[ἄγριος]], Διοσκ. 4. 152 (154), ἐκ τῶν νόθων.
}}
{{grml
|mltxt=[[νότιον]], τὸ (Α)<br />το [[φυτό]] που [[είναι]] γνωστό με τη [[λόγια]] [[ονομασία]] [[σίκυς]] ο [[άγριος]].
}}
{{elru
|elrutext='''νότιον:''' τό<br /><b class="num">1</b> [[влага]] Xen.;<br /><b class="num">2</b> [[море]] Hom.;<br /><b class="num">3</b> [[южный ветер]] Arst.
}}
}}

Latest revision as of 15:20, 25 November 2022

Greek (Liddell-Scott)

νότιον: τό, = σίκυς ἄγριος, Διοσκ. 4. 152 (154), ἐκ τῶν νόθων.

Greek Monolingual

νότιον, τὸ (Α)
το φυτό που είναι γνωστό με τη λόγια ονομασία σίκυς ο άγριος.

Russian (Dvoretsky)

νότιον: τό
1 влага Xen.;
2 море Hom.;
3 южный ветер Arst.