αὐστηρία: Difference between revisions

From LSJ

Ἡρακλέους ὀργήν τιν' ἔχων → with a temper like Heracles', with a temper like Hercules'

Source
m (pape replacement)
m (Text replacement - "(?s)({{elru\n\|elrutext.*}}\n)({{.*}}\n)({{pape.*}})" to "$3 $1$2")
Line 12: Line 12:
{{DGE
{{DGE
|dgtxt=-ας, ἡ<br /><b class="num">I</b> [[aspereza]] ref. a un fruto κατὰ στρυφνότητα καὶ αὐστηρίαν Thphr.<i>CP</i> 6.12.6, ἡ τῶν φαρμάκων αὐ. Clem.Al.<i>Prot</i>.10.109.1.<br /><b class="num">II</b> del carácter<br /><b class="num">1</b> [[austeridad]] ἠθῶν Plb.4.21.1, definida como virtud, Chrysipp.<i>Stoic</i>.3.66, cf. Aristo Phil.14.6, τοῦ ἀνδρός Plu.<i>Cat.Ma</i>.16, ἡ μὲν Σύλλου καὶ Μαρίου καὶ Αὐγούστου αὐ. D.C.75.8.1, del pedagogo, Clem.Al.<i>Paed</i>.1.12 tít.<br /><b class="num">2</b> en sent. peyor. [[dureza]], [[aspereza]], [[severidad]] νοήσας οὐκ ἀπὸ τοῦ βελτίστου τὴν αὐστηρίαν εἶναι [[LXX]] 2<i>Ma</i>.14, 30, τοῦ Ἀρειανοῦ ἐπισκόπου τοῦ πολλὰ ἰσχύσαντος πλούτῳ τε καὶ αὐστηρίᾳ Epiph.Const.<i>Haer</i>.30.5.6, ἄνδρες ... νόμῳ πρέπουσαν αὐστηρίαν ἀνατείνοντες Lyd.<i>Mag</i>.3.16.
|dgtxt=-ας, ἡ<br /><b class="num">I</b> [[aspereza]] ref. a un fruto κατὰ στρυφνότητα καὶ αὐστηρίαν Thphr.<i>CP</i> 6.12.6, ἡ τῶν φαρμάκων αὐ. Clem.Al.<i>Prot</i>.10.109.1.<br /><b class="num">II</b> del carácter<br /><b class="num">1</b> [[austeridad]] ἠθῶν Plb.4.21.1, definida como virtud, Chrysipp.<i>Stoic</i>.3.66, cf. Aristo Phil.14.6, τοῦ ἀνδρός Plu.<i>Cat.Ma</i>.16, ἡ μὲν Σύλλου καὶ Μαρίου καὶ Αὐγούστου αὐ. D.C.75.8.1, del pedagogo, Clem.Al.<i>Paed</i>.1.12 tít.<br /><b class="num">2</b> en sent. peyor. [[dureza]], [[aspereza]], [[severidad]] νοήσας οὐκ ἀπὸ τοῦ βελτίστου τὴν αὐστηρίαν εἶναι [[LXX]] 2<i>Ma</i>.14, 30, τοῦ Ἀρειανοῦ ἐπισκόπου τοῦ πολλὰ ἰσχύσαντος πλούτῳ τε καὶ αὐστηρίᾳ Epiph.Const.<i>Haer</i>.30.5.6, ἄνδρες ... νόμῳ πρέπουσαν αὐστηρίαν ἀνατείνοντες Lyd.<i>Mag</i>.3.16.
}}
{{pape
|ptext=ἡ, = [[αὐστηρότης]], Theophr. <i>C.P</i>. 6.18; ἠθῶν Poll. 4.21; Plut. <i>Cat. mai</i>. 16.
}}
}}
{{elru
{{elru
Line 21: Line 24:
{{grml
{{grml
|mltxt=η (AM [[αὐστηρία]]) [[αυστηρός]]<br />[[αυστηρότητα]] [[σκληρότητα]]<br /><b>αρχ.</b><br />[[αυστηρότητα]] ηθών.
|mltxt=η (AM [[αὐστηρία]]) [[αυστηρός]]<br />[[αυστηρότητα]] [[σκληρότητα]]<br /><b>αρχ.</b><br />[[αυστηρότητα]] ηθών.
}}
{{pape
|ptext=ἡ, = [[αὐστηρότης]], Theophr. <i>C.P</i>. 6.18; ἠθῶν Poll. 4.21; Plut. <i>Cat. mai</i>. 16.
}}
}}

Revision as of 12:30, 30 November 2022

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: αὐστηρία Medium diacritics: αὐστηρία Low diacritics: αυστηρία Capitals: ΑΥΣΤΗΡΙΑ
Transliteration A: austēría Transliteration B: austēria Transliteration C: afstiria Beta Code: au)sthri/a

English (LSJ)

ἡ, A = αὐστηρότης (dryness, coarseness), στρυφνότης καὶ αὐστηρία Thphr.CP6.12.6. 2 metaph. of men, austerity, severity, ἠθῶν Plb.4.21.1, Cat.Cod.Astr. 2.160.6, etc.; as a virtue, Stoic.3.66.

Spanish (DGE)

-ας, ἡ
I aspereza ref. a un fruto κατὰ στρυφνότητα καὶ αὐστηρίαν Thphr.CP 6.12.6, ἡ τῶν φαρμάκων αὐ. Clem.Al.Prot.10.109.1.
II del carácter
1 austeridad ἠθῶν Plb.4.21.1, definida como virtud, Chrysipp.Stoic.3.66, cf. Aristo Phil.14.6, τοῦ ἀνδρός Plu.Cat.Ma.16, ἡ μὲν Σύλλου καὶ Μαρίου καὶ Αὐγούστου αὐ. D.C.75.8.1, del pedagogo, Clem.Al.Paed.1.12 tít.
2 en sent. peyor. dureza, aspereza, severidad νοήσας οὐκ ἀπὸ τοῦ βελτίστου τὴν αὐστηρίαν εἶναι LXX 2Ma.14, 30, τοῦ Ἀρειανοῦ ἐπισκόπου τοῦ πολλὰ ἰσχύσαντος πλούτῳ τε καὶ αὐστηρίᾳ Epiph.Const.Haer.30.5.6, ἄνδρες ... νόμῳ πρέπουσαν αὐστηρίαν ἀνατείνοντες Lyd.Mag.3.16.

German (Pape)

ἡ, = αὐστηρότης, Theophr. C.P. 6.18; ἠθῶν Poll. 4.21; Plut. Cat. mai. 16.

Russian (Dvoretsky)

αὐστηρία:суровость Polyb., Plut.

Greek (Liddell-Scott)

αὐστηρία: ἡ, = αὐστηρότης, Θεοφρ. Αἰτ. Φ. 6. 12, 6: - μεταφ. ἐπὶ ἀνθρώπων, αὐστηρότης, τραχύτης, Πολύβ. 4. 21, 1. κτλ.

Greek Monolingual

η (AM αὐστηρία) αυστηρός
αυστηρότητα σκληρότητα
αρχ.
αυστηρότητα ηθών.