overvloed: Difference between revisions
From LSJ
Ἐφόδιον εἰς τὸ γῆρας αἰεὶ κατατίθου → Bonum senectae compara viaticum → Wegzehrung für das Alter sorge stets dir vor
(nlel) |
m (Text replacement - "(?s)({{nlel\n\|nleltext=)(.*)(\n}}\n{{nlel\n\|nleltext=)(.*)}}" to "$1$2, $4}}") Tags: Mobile edit Mobile web edit |
||
Line 1: | Line 1: | ||
{{nlel | {{nlel | ||
|nleltext=[[βάθος]], [[δαψίλεια]], [[πέλαγος]], [[περιουσία]], [[περίττευμα]], [[περίττωσις]], [[πλεονασμός]], [[πλήρωμα]], [[πλοῦτος]] | |nleltext=[[βάθος]], [[δαψίλεια]], [[πέλαγος]], [[περιουσία]], [[περίττευμα]], [[περίττωσις]], [[πλεονασμός]], [[πλήρωμα]], [[πλοῦτος]], [[περισσεία]] | ||
}} | }} |
Latest revision as of 13:23, 6 December 2022
Dutch > Greek
βάθος, δαψίλεια, πέλαγος, περιουσία, περίττευμα, περίττωσις, πλεονασμός, πλήρωμα, πλοῦτος, περισσεία