μεταθανάτιος: Difference between revisions

From LSJ

τὸ πεπρωμένον γὰρ οὐ μόνον βροτοῖς ἄφευκτόν ἐστιν, ἀλλὰ καὶ τὸν οὐρανόν ἔχουσι → fate is unavoidable not only for mortals, but also for those who hold the heavens

Source
(24)
 
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)\[\[πρβλ\]\]\. (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>)]" to "πρβλ. $2$4]")
 
(One intermediate revision by the same user not shown)
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=-α, -ο<br /><b>1.</b> αυτός που υπάρχει ή γίνεται [[μετά]] τον θάνατο<br /><b>2.</b> <b>φρ.</b> «μεταθανάτια ζωή»<br /><b>εκκλ.</b><br />ο [[άλλος]] [[κόσμος]], η [[άλλη]] ζωή, η πνευματική, που ζούν οι ψυχές [[μετά]] τον θάνατο, σύμφωνα με τη χριστιανική [[αντίληψη]], αλλ. αιώνια ζωή, μέλλουσα ζωή.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>μετ</i>(<i>α</i>)- <span style="color: red;">+</span> -<i>θανάτιος</i> (<span style="color: red;"><</span> [[θάνατος]]), <b>[[πρβλ]].</b> <i>επι</i>-<i>θανάτιος</i>].
|mltxt=-α, -ο<br /><b>1.</b> αυτός που υπάρχει ή γίνεται [[μετά]] τον θάνατο<br /><b>2.</b> <b>φρ.</b> «μεταθανάτια ζωή»<br /><b>εκκλ.</b><br />ο [[άλλος]] [[κόσμος]], η [[άλλη]] ζωή, η πνευματική, που ζούν οι ψυχές [[μετά]] τον θάνατο, σύμφωνα με τη χριστιανική [[αντίληψη]], αλλ. αιώνια ζωή, μέλλουσα ζωή.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>μετ</i>(<i>α</i>)- <span style="color: red;">+</span> -<i>θανάτιος</i> (<span style="color: red;"><</span> [[θάνατος]]), [[πρβλ]]. [[επιθανάτιος]]].
}}
}}

Latest revision as of 06:50, 8 May 2023

Greek Monolingual

-α, -ο
1. αυτός που υπάρχει ή γίνεται μετά τον θάνατο
2. φρ. «μεταθανάτια ζωή»
εκκλ.
ο άλλος κόσμος, η άλλη ζωή, η πνευματική, που ζούν οι ψυχές μετά τον θάνατο, σύμφωνα με τη χριστιανική αντίληψη, αλλ. αιώνια ζωή, μέλλουσα ζωή.
[ΕΤΥΜΟΛ. < μετ(α)- + -θανάτιος (< θάνατος), πρβλ. επιθανάτιος].