χρυσοϋφής: Difference between revisions
From LSJ
Κέρδος πονηρὸν ζημίαν ἀεὶ φέρει → Quaestus iniquos damna consequi solent → Unehrlicher Gewinn trägt immer Strafe ein
m (Text replacement - "(?s)(\n{{ls\n\|lstext.*}})(\n{{.*}})(\n{{elru.*}})" to "$3$1$2") |
|||
Line 20: | Line 20: | ||
}} | }} | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=-ές, ΜΑ, και [[χρυσυφής]] και [[χρυσοφής]] Μ<br />ο χρυσοΰφαντος<br /><b>μσν.</b><br /><b>μτφ.</b> (για λόγο) περίτεχνα διατυπωμένος.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>χρυσ</i>(<i>ο</i>)- <span style="color: red;">+</span> -<i>υφής</i> (<span style="color: red;"><</span> [[ὕφος]] «ύφασμα»), [[πρβλ]]. | |mltxt=-ές, ΜΑ, και [[χρυσυφής]] και [[χρυσοφής]] Μ<br />ο χρυσοΰφαντος<br /><b>μσν.</b><br /><b>μτφ.</b> (για λόγο) περίτεχνα διατυπωμένος.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>χρυσ</i>(<i>ο</i>)- <span style="color: red;">+</span> -<i>υφής</i> (<span style="color: red;"><</span> [[ὕφος]] «ύφασμα»), [[πρβλ]]. [[λεπτοϋφής]]]. | ||
}} | }} |
Revision as of 06:50, 8 May 2023
English (LSJ)
[ῠ], ές, interwoven with gold, χιτῶνες Callix.2, Hdn. 5.3.6, cf. Chares 4J.; τήβεννα Ptol.Euerg.3J.; μίτραι D.S.5.46.
German (Pape)
[Seite 1382] ές, = Vorigem; Chares bei Ath. 538 d; Hdn. 5, 3,12, u. a. Sp.
Russian (Dvoretsky)
χρῡσοϋφής: златотканный или шитый золотом (μίτρα Diod.).
Greek (Liddell-Scott)
χρῡσοϋφής: -ές, = τῷ προηγ., Καλλὶξ παρ’ Ἀθην. 196F, Διόδ. 5. 46· τὰ χρυσοϋφῆ Χάρης παρ’ Ἀθην. 538D.
Greek Monolingual
-ές, ΜΑ, και χρυσυφής και χρυσοφής Μ
ο χρυσοΰφαντος
μσν.
μτφ. (για λόγο) περίτεχνα διατυπωμένος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < χρυσ(ο)- + -υφής (< ὕφος «ύφασμα»), πρβλ. λεπτοϋφής].