χειμήβοτος: Difference between revisions

From LSJ

ὃς ἂν βούληται τῆν γῆν κινῆσαι κινησάτω τὸ πρῶτον ἑαυτόν → let him that would move the world first move himself

Source
(46)
 
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)<b>πρβλ\.<\/b> (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>), (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>)\)\]" to "<b>πρβλ.</b> $2$4, $7$9)]")
 
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=Α<br /><i>([[κατά]] τον <b>Ησύχ.</b>)</i> «χειμερινή ώρα».<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Αμφβλ. τ. του οποίου το α' συνθετικό <i>χειμη</i>- ([[αντί]] τών αναμενόμενων <i>χειμα</i>- ή <i>χειμο</i>-, <b>βλ. λ.</b> [[χειμώνας]]) ανάγεται στη λ. [[χεῖμα]], ενώ το β' συνθετικό -<i>βοτος</i> στο ρ. [[βόσκω]] (<b>πρβλ.</b> <i>μηλό</i>-<i>βοτος</i>, <i>πολύ</i>-<i>βοτος</i>)].
|mltxt=Α<br /><i>([[κατά]] τον <b>Ησύχ.</b>)</i> «χειμερινή ώρα».<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Αμφβλ. τ. του οποίου το α' συνθετικό <i>χειμη</i>- ([[αντί]] τών αναμενόμενων <i>χειμα</i>- ή <i>χειμο</i>-, <b>βλ. λ.</b> [[χειμώνας]]) ανάγεται στη λ. [[χεῖμα]], ενώ το β' συνθετικό -<i>βοτος</i> στο ρ. [[βόσκω]] (<b>πρβλ.</b> [[μηλόβοτος]], [[πολύβοτος]])].
}}
}}

Latest revision as of 08:20, 8 May 2023

Greek Monolingual

Α
(κατά τον Ησύχ.) «χειμερινή ώρα».
[ΕΤΥΜΟΛ. Αμφβλ. τ. του οποίου το α' συνθετικό χειμη- (αντί τών αναμενόμενων χειμα- ή χειμο-, βλ. λ. χειμώνας) ανάγεται στη λ. χεῖμα, ενώ το β' συνθετικό -βοτος στο ρ. βόσκω (πρβλ. μηλόβοτος, πολύβοτος)].