μπεσαλής: Difference between revisions

From LSJ

Ἱκανὸν τὸ νικᾶν ἐστι τοῖς ἐλευθέροις → Vicisse satis est inter liberos tibi → Den Freigesinnten reicht zu siegen durchaus hin

Menander, Monostichoi, 262
(26)
 
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)<b>πρβλ\.<\/b> (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>)\)" to "πρβλ. $2$4)")
 
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=θηλ. ού και -ίδισσα<br />[[άνθρωπος]] που έχει [[μπέσα]], [[άνθρωπος]] ο [[οποίος]] [[είναι]] [[άξιος]] εμπιστοσύνης, [[πιστός]] στον λόγο του, [[ευθύς]], [[ντόμπρος]] («μού αρκεί ο [[λόγος]] σου, [[γιατί]] είσαι [[μπεσαλής]]»).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[μπέσα]] <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -<i>λής</i> (<b>πρβλ.</b> <i>παρα</i>-<i>λής</i>)].
|mltxt=θηλ. ού και -ίδισσα<br />[[άνθρωπος]] που έχει [[μπέσα]], [[άνθρωπος]] ο [[οποίος]] [[είναι]] [[άξιος]] εμπιστοσύνης, [[πιστός]] στον λόγο του, [[ευθύς]], [[ντόμπρος]] («μού αρκεί ο [[λόγος]] σου, [[γιατί]] είσαι [[μπεσαλής]]»).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[μπέσα]] <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -<i>λής</i> ([[πρβλ]]. [[παραλής]])].
}}
}}

Latest revision as of 08:46, 8 May 2023

Greek Monolingual

θηλ. ού και -ίδισσα
άνθρωπος που έχει μπέσα, άνθρωπος ο οποίος είναι άξιος εμπιστοσύνης, πιστός στον λόγο του, ευθύς, ντόμπρος («μού αρκεί ο λόγος σου, γιατί είσαι μπεσαλής»).
[ΕΤΥΜΟΛ. < μπέσα + κατάλ. -λής (πρβλ. παραλής)].