παρατηρητήριο: Difference between revisions
From LSJ
Ἔργων πονηρῶν χεῖρ' ἐλευθέραν ἔχε → Mali facinoris liberam serva manum → Von schlechten Taten halte deine Hände frei
(31) |
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)<b>πρβλ\.<\/b> (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>)\)" to "πρβλ. $2$4)") |
||
Line 1: | Line 1: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=το<br /><b>1.</b> [[θέση]] που χρησιμοποιείται για την [[εκτέλεση]] παρατηρήσεων<br /><b>2.</b> <b>στρ.</b> [[φυσική]] [[θέση]] [[πάνω]] σε ύψωμα του εδάφους, ή ειδικά κατασκευασμένη, από την οποία [[είναι]] δυνατή η [[κατόπτευση]] τών κινήσεων του αντιπάλου.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[παρατηρώ]] <span style="color: red;">+</span> [[επίθημα]] -<i>τήριο</i> ( | |mltxt=το<br /><b>1.</b> [[θέση]] που χρησιμοποιείται για την [[εκτέλεση]] παρατηρήσεων<br /><b>2.</b> <b>στρ.</b> [[φυσική]] [[θέση]] [[πάνω]] σε ύψωμα του εδάφους, ή ειδικά κατασκευασμένη, από την οποία [[είναι]] δυνατή η [[κατόπτευση]] τών κινήσεων του αντιπάλου.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[παρατηρώ]] <span style="color: red;">+</span> [[επίθημα]] -<i>τήριο</i> ([[πρβλ]]. [[διαβατήριο]]). Η λ. μαρτυρείται από το 1878 στον Γ. Χρ. Βάφα]. | ||
}} | }} |
Latest revision as of 15:50, 11 May 2023
Greek Monolingual
το
1. θέση που χρησιμοποιείται για την εκτέλεση παρατηρήσεων
2. στρ. φυσική θέση πάνω σε ύψωμα του εδάφους, ή ειδικά κατασκευασμένη, από την οποία είναι δυνατή η κατόπτευση τών κινήσεων του αντιπάλου.
[ΕΤΥΜΟΛ. < παρατηρώ + επίθημα -τήριο (πρβλ. διαβατήριο). Η λ. μαρτυρείται από το 1878 στον Γ. Χρ. Βάφα].