πλατανώνας: Difference between revisions

From LSJ

Ὅρκον δὲ φεῦγε καὶ δικαίως κἀδίκως (κἂν δικαίως ὀμνύῃς) → Iurare fugias, vere, falso, haud interest → Zu schwören meide, gleich ob richtig oder falsch

Menander, Monostichoi, 441
(32)
 
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)<b>πρβλ\.<\/b> (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>)\)" to "πρβλ. $2$4)")
 
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=ο / [[πλατανών]], -ῶνος, ΝΑ<br />[[τόπος]] όπου φύονται πολλοί πλάτανοι, [[μέρος]] κατάφυτο από πλατάνους, [[πλατανότοπος]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[πλάτανος]] <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -<i>ών</i>, -<i>ῶνος</i> (<b>πρβλ.</b> <i>ελαι</i>-<i>ών</i>)].
|mltxt=ο / [[πλατανών]], -ῶνος, ΝΑ<br />[[τόπος]] όπου φύονται πολλοί πλάτανοι, [[μέρος]] κατάφυτο από πλατάνους, [[πλατανότοπος]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[πλάτανος]] <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -<i>ών</i>, -<i>ῶνος</i> ([[πρβλ]]. [[ελαιών]])].
}}
}}

Latest revision as of 16:03, 11 May 2023

Greek Monolingual

ο / πλατανών, -ῶνος, ΝΑ
τόπος όπου φύονται πολλοί πλάτανοι, μέρος κατάφυτο από πλατάνους, πλατανότοπος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < πλάτανος + κατάλ. -ών, -ῶνος (πρβλ. ελαιών)].